Τετάρτη 24 Φεβρουαρίου 2010

Για τους εξοπλισμούς λυσσάει η Γερμανία

Για τους εξοπλισμούς λυσσάει η Γερμανία

Ολοένα και αυξάνονται τα τελευταία χρόνια οι παραγγελίες οπλικών συστημάτων από τις χώρες της Ε.Ε. και ιδιαίτερα από τη Γερμανία και τη Γαλλία. Κι όμως η Γερμανία διεκδικώντας μεγαλύτερη πίτα μας βαράει αλύπητα και άνευ προηγουμένου. Είναι δε πολύ ενοχλημένοι που δεν αγοράζουμε Eurofighter, δεν παραλαμβάνουμε το μπαταρισμένο υποβρύχιο και δώσαμε τις φρεγάτες στην Γαλλία. Την ίδια ώρα και πολύ σωστά στο Ευρωκοινονούλιο στο πλαίσιο της διάσωσης της ελληνικής οικονομίας, το θέμα των ελληνικών εξοπλισμών τέθηκε επί τάπητος από τον επικεφαλής των Πρασίνων Ντανιέλ Κον Μπετίτ. Τι είπε; Το αυτονόητο!

«Ένα από τα προβλήματα της Ελλάδας είναι ο προϋπολογισμός της για την Αμυνα. Το 4,3% του ελληνικού ΑΕΠ πηγαίνει στην άμυνα. Το πρόβλημα είναι η Κύπρος και οι σχέσεις με την Τουρκία» σημείωσε, για να αναρωτηθεί:

«Πού είναι η πρωτοβουλία της Επιτροπής για να λυθεί το Κυπριακό ώστε να ελαφρυνθεί το ΑΕΠ της Ελλάδας από το βάρος αυτής της ηλίθιας και βλακώδους εμπλοκής που θα πρέπει επιλύσουν ως Ευρωπαίοι; Τι έκανε η Επιτροπή; Μηδέν, απολύτως τίποτα.», είπε χαρακτηριστικά.

Όσον αφορά δε τη Γερμανία δεν έχει πάρει και λίγα. Ειδικά μετά το 2000 της αναθέσαμε να ναυπηγήσει 4 υποβρύχια Type 214 και να εκσυγχρονίσει άλλα 3 Type 209 στο επίπεδο 209/ΑΙΡ. Το συγκεκριμένο πρόγραμμα βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη και είναι πιθανόν να μεταβληθεί ανάλογα με τις εξελίξεις στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά. Στη Γερμανία παραγγέλθηκαν επίσης 170 άρματα μάχης Leopard-2 Hel και αυτοκινούμενα πυροβόλα PzH 2000. Παλαιότερα, γερμανικές εταιρείες είχαν αναλάβει τον εκσυχρονισμό των μαχητικών F-4 της Πολεμικής Αεροπορίας.

Ο πέμπτος μεγαλύτερος αγοραστής οπλικών συστημάτων σε όλο τον κόσμο και πρώτος στην Ευρώπη είναι η Ελλάδα, σύμφωνα με την ετήσια μελέτη του Ερευνητικού Ινστιτούτου της Στοκχόλμης για τη Διεθνή Ειρήνη (SΙΡRΙ) που παρουσιάζει τις αμυντικές δαπάνες του 2008. Στην Ελλάδα αναλογεί το 4% των παγκόσμιων αμυντικών προμηθειών, επίδοση που την φέρνει μπροστά από άλλες μεγάλες χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Τουρκία, και το Ισραήλ.

Τα στοιχεία αυτά επαληθεύουν τις υπέρογκες δαπάνες της χώρας μας για την άμυνα εν μέσω οικονομικής κρίσης. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι τα ποσά αυτά είναι τόσο υψηλά παρόλο που το ελληνικό κράτος έχει να υπογράψει μεγάλη σύμβαση από το 2005.

Αυτό συμβαίνει- όπως εξηγούν αναλυτές- διότι μία μεγάλη αγορά εμφανίζεται στα δημόσια λογιστικά να πληρώνεται επί χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι οι μεγάλες παραγγελίες της προηγούμενης 10ετίας εξακολουθούν να αποπληρώνονται και βεβαίως καταχωρίζονται ως εξοπλιστικές δαπάνες.

Για παράδειγμα, οι πληρωμές για την αγορά των μαχητικών F-16 Block52 Advanced, ύψους 1,2 δισ. ευρώ, που υπεγράφη το 2005, άρχισαν να καταχωρίζονται -πλην μίας προκαταβολής- μόλις το 2008 στα δημόσια λογιστικά. Δηλαδή σχεδόν ταυτόχρονα με την παραλαβή τους.

Οι προμηθευτές της Ελλάδας και τα διεθνή συμφέροντα

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Ερευνητικού Ινστιτούτου για τη Διεθνή Ειρήνη της Στοκχόλμης (SΙΡRΙ) οι Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας και η πολιτική ηγεσία, η οποία υπογράφει τις συμβάσεις, προτιμούν- παραδοσιακά- εταιρείες από τις ΗΠΑ, τη Γαλλία και τη Γερμανία, ενώ μετά το 1994 έχει παρατηρηθεί κι ένα άνοιγμα προς τη Ρωσία.

Συγκεκριμένα, κατά την πενταετία 2004-2008 οι προμηθευτές ήταν κατά 31% Γερμανοί, κατά 24% Αμερικανοί και κατά 24% Γάλλοι. Τα παραπάνω στοιχεία, αν συγκριθούν με τις προμήθειες που έγιναν μεταξύ 1999 και 2003, καταγράφουν μία σημαντική μεταστροφή στις προτιμήσεις της χώρας όσον αφορά τους προμηθευτές.

Συγκεκριμένα μεταξύ 1999-2003, το 67% των αμυντικών δαπανών μας για προμήθειες οπλικών συστημάτων κατευθυνόταν στις ΗΠΑ, ενώ Γερμανία και Γαλλία κέρδιζαν μόλις το 11%. Η αλλαγή ισορροπιών στις εξοπλιστικές δαπάνες ξεκίνησε την περίοδο των διαπραγματεύσεων για την ένταξη της Ελλάδας στη Ζώνη του ευρώ, οπότε η χώρα άρχισε να προμηθεύεται κυρίως από τους Ευρωπαίους εταίρους της παρά από τις ΗΠΑ.

Ειδικότερα:

Από τη Γαλλία: Οι παραγγελίες μετά την ένταξη της χώρας στην ευρωζώνη αφορούν τα μαχητικά Mirage 2000-5 και τον εκσυγχρονισμό των υπαρχόντων παλαιότερης γενιάς Mirage 2000EGM της Πολεμικής Αεροπορίας στον τύπο 2000-5. Η αγορά των αεροσκαφών συνοδεύτηκε από την παραγγελία πυραύλων αερομαχίας τύπου MICA και υποστρατηγικών πυραύλων μεγάλης εμβέλειας SCALP EG. Από τη γαλλική αμυντική βιομηχανία είχαν αποκτηθεί παλαιότερα τα αντιαεροπορικά συστήματα Crotale NG και τα ελικόπτερα έρευνας-διάσωσης και έρευνας-διάσωσης μάχης τύπου Super Puma.


Από τη Γερμανία: Η Ελλάδα μετά το 2000 αποφάσισε να ναυπηγήσει 4 υποβρύχια Type 214 και να εκσυγχρονίσει άλλα 3 Type 209 στο επίπεδο 209/ΑΙΡ. Το συγκεκριμένο πρόγραμμα βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη και είναι πιθανόν να μεταβληθεί ανάλογα με τις εξελίξεις στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά. Στη Γερμανία παραγγέλθηκαν επίσης 170 άρματα μάχης Leopard-2 Hel και αυτοκινούμενα πυροβόλα PzH 2000. Παλαιότερα, γερμανικές εταιρείες είχαν αναλάβει τον εκσυχρονισμό των μαχητικών F-4 της Πολεμικής Αεροπορίας.

Από τις ΗΠΑ: Ο παραδοσιακός προμηθευτής των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά την κρίση στα Ίμια, οι αμερικανικές εταιρείες κέρδισαν διαδοχικά τα συμβόλαια των αντιαεροπορικών πυραύλων Patriot, των μεταφορικών ελικοπτέρων Chinook και αργότερα των επιθετικών ελικοπτέρων AH-64D Apache Longbow. Στη συνέχεια όμως έμειναν εκτός νυμφώνος σε σημαντικούς διαγωνισμούς όπως αυτός του άρματος μάχης.

Ωστόσο, η αμερικανική αεροπορική βιομηχανία είναι σχεδόν μόνιμη προμηθεύτρια μαχητικών αεροσκαφών- που αποτελούν κατά βάση και τα μεγαλύτερα συμβόλαια- όπως καταδεικνύεται από τις δύο παραγγελίες F16 που έγιναν στο διάστημα αυτό. Συνολικά αγοράστηκαν 100 αεροσκάφη του τύπου (60 το 1999-2000 και άλλα 40 το 2005), ενώ αμερικανικής προέλευσης ήταν και όλα τα οπλικά συστήματα που χρησιμοποιούν τα εν λόγω αεροσκάφη.

Αμερικανική συμμετοχή υπήρχε βεβαίως και στο πρόγραμμα του μεταφορικού αεροσκάφους C-27J (προϊόν συνεργασίας της Lockheed με την Alenia) που παραγγέλθηκε το 1993, αλλά τελικά η παραγγελία πιστώθηκε στους Ιταλούς.

Από τη Ρωσία: Η τελευταία δεκαετία σηματοδοτήθηκε και από την επιλογή (για πρώτη φορά) οπλικών συστημάτων από τη Ρωσία. Η αρχή έγινε με τα αερόστρωμνα Zubr, δύο τύπους αντιαεροπορικών συστημάτων μικρού - μεσαίου βεληνεκούς, και αντιαρματικά όπλα. Το Νοέμβριο του 2008 υπεγράφη η διακρατική συμφωνία μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Ρωσικής Ομοσπονδίας για την προμήθεια 420 τεθωρακισμένων οχημάτων μάχης (ΤΟΜΑ) BMP-3M, αξίας 1,2 δις ευρώ. Η δαπάνη θα επιβαρύνει τους προϋπολογισμούς των επόμενων ετών.

Τι συμβαίνει διεθνώς

Παρά την οικονομική κρίση και την μικρή κάμψη σε εξοπλισμούς που διαπιστώνεται από το SIPRI για το 2008, τα στοιχεία της πενταετίας 2004-2008 δείχνουν ότι η παγκόσμια αμυντική βιομηχανία κινείται σταθερά ανοδικά. Τα συνολικά κεφάλαια που διακινήθηκαν για εξοπλισμούς μόνο το 2008, ξεπερνούν το 1,5 τρισ. ευρώ. Η μελέτη καταδεικνύει παράλληλα ότι καθώς ορισμένοι μεγάλοι εξαγωγείς όπλων, μεταξύ των οποίων η Κίνα, δεν αποδεσμεύουν οικονομικά στοιχεία για τις αμυντικές τους κινήσεις, το τελικό ποσό μπορεί να είναι κατά πολύ υψηλότερο.

Την κούρσα στους εξοπλισμούς συνεχίζουν να οδηγούν οι ΗΠΑ με έξοδα 607 δισ. δολ. ή αλλιώς το 58% των συνολικών επενδύσεων. Ακολουθεί η Κίνα με 84,9 δισ. δολάρια, η Γαλλία με 65,7 δισ. δολ., η Βρετανία με 65,3 δισ. δολ. και η Ρωσία με 58,6 δισ. δολ. ενώ την πρώτη δεκάδα κλείνουν η Γερμανία (46,8 δισ), η Ιαπωνία (46,3 δισ.), η Ιταλία (40,6 δισ.), η Σαουδική Αραβία (38,3 δισ.) και η Ινδία με 30 δισ. δολ.

ΗΠΑ, Ρωσία, Γερμανία και Γαλλία οι μεγαλύτεροι διεθνείς προμηθευτές

Πέντε κράτη κρατούν τα σκήπτρα στην παραγωγή και εξαγωγή αμυντικών συστημάτων. Η λίστα παραμένει ίδια εδώ και χρόνια με ελάχιστες μεταβολές. Κατά τύχη, τα κράτη αυτά είναι και οι κύριοι προμηθευτές της χώρας μας. Για την τελευταία πενταετία οι πέντε μεγαλύτεροι εξαγωγείς οπλικών συστημάτων με το 78% της παγκόσμιας αγοράς να τους αναλογεί, ήταν οι ΗΠΑ, η Ρωσία, η Γερμανία, η Γαλλία και η Βρετανία. Οι ΗΠΑ διέθεσαν περισσότερο από 37% της συνολικής παραγωγής τους στη Μέση Ανατολή με κύριο κορμό 207 μαχητικά αεροσκάφη και 5.000 πυραύλους.

Τα τελευταία χρόνια κλείστηκαν αρκετές παραγγελίες για πυραύλους και άλλα συστήματα με αποδέκτη τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Οι εξαγωγές της Ρωσίας αυξήθηκαν κατά 14% την πενταετία 2004-2008 σε σχέση με το αντίστοιχο προηγούμενο διάστημα. Το μεγαλύτερο μέρος των οπλικών συστημάτων (71%) αγοράστηκε από ασιατικές χώρες, ενώ σημαντικό μερίδιο είχαν και οι Κίνα και Ινδία που παρέλαβαν αρκετά μαχητικά αεροσκάφη και πολεμικά πλοία.

Την ίδια περίοδο αυξήθηκαν σημαντικά οι παραγγελίες από χώρες της Αφρικής (+200%) και της Λατινικής Αμερικής (+900%). Οι εξαγωγές αμυντικών συστημάτων της Γερμανίας αυξήθηκαν κατά 70% το διάστημα 2004-2008 με αποτέλεσμα το μερίδιό της στην παγκόσμια αγορά να ανέβει από το 7% στο 10%. Σημαντικοί πελάτες της γερμανικής αμυντικής βιομηχανίας είναι η Ελλάδα και η Τουρκία, ενώ το 40% των εξαγωγών οπλικών συστημάτων της χώρας κατευθύνθηκε προς χώρες της Μέσης Ανατολής.

Η Βρετανία, με βασικούς πελάτες τις ΗΠΑ και την Ινδία ενίσχυσε περαιτέρω τη θέση της στον χάρτη των μεγαλύτερων εξαγωγέων οπλικών συστημάτων. Οι δύο χώρες απορρόφησαν αντίστοιχα το 21% και 14% των συνολικών εξαγωγών της αμυντικής βιομηχανίας της Βρετανίας, ενώ από το 2009 θα ξεκινήσουν και οι παραδόσεις των 72 μαχητικών αεροσκαφών Eurofighter Typhoon στην Σαουδική Αραβία.

Η απαξίωση της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας

Σύμφωνα με τον ν. 3433/06, που αφορά τις προμήθειες αμυντικού υλικού, η εγχώρια βιομηχανική συμμετοχή θα πρέπει να είναι σε ποσοστό τουλάχιστον 35% (ποσοστό που ίσχυε και με το προηγούμενο νομοθετικό πλαίσιο) και σύμφωνα με την Υπουργική Απόφαση υπ' αρ. 248297 επιτρέπεται η αγορά υλικών από το εξωτερικό, μόνο όταν δεν παράγονται εγχώρια.

Παρά τις προβλέψεις του νόμου, τα τελευταία χρόνια δεν προωθήθηκε η συμπαραγωγή με αμυντικές βιοτεχνίες ενώ ακόμη και υλικά που κατασκευάζονταν προηγουμένως στην Ελλάδα αγοράζονται τα τελευταία χρόνια από οίκους του εξωτερικού και διοχετεύονται κονδύλια που θα ενίσχυαν την εσωτερική αγορά και θα διατηρούσαν θέσεις εργασίας, σε οικονομίες άλλων χωρών.

Η προτίμηση στις ξένες αγορές αφορά ακόμη και υλικά και εφόδια, μικρής σχετικά αξίας, τα οποία παραδοσιακά κατασκευάζονταν στην Ελλάδα όπως στολές, άρβυλα και κράνη. Το ίδιο ισχύει για απλά κατασκευαστικά υλικά και ανταλλακτικά, που κατασκευάζονταν στην Ελλάδα εδώ και είκοσι χρόνια και που θα μπορούσαν να κατασκευαστούν σε μηχανουργεία της χώρας μας. Το ίδιο ισχύει ακόμη και για τρόφιμα που καταναλώνει το προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων. Προκαλεί επίσης απορία ότι ελληνικές βιοτεχνίες κατά καιρούς παρήγαγαν ρουχισμό για άλλους ευρωπαϊκούς στρατούς (γερμανικό, ιταλικό κλπ).

Παράδειγμα είναι οι συστηματικές παραγγελίες διαφόρων εφοδίων και υλικών, όπως για παράδειγμα τροφίμων από την Κίνα (Α.Σ. 6332/17-09-08 για ΓΕΣ) και πουλόβερ (Α.Σ. 6283/04-07-08 για Π.Α.) επίσης από την Κίνα και άλλες χώρες.

Ένα ακόμη χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η απόφαση, για προμήθεια από τη Ρωσία, τεθωρακισμένων οχημάτων ΒΜΡ-3, έναντι ποσού 1,2 δις ευρώ, θα μπορούσε- σύμφωνα με έγκυρες πηγές- να επιτευχθεί με συμπαραγωγή αξίας τουλάχιστον 455 εκατ. ευρώ (όπως απαιτεί ο νόμος). Σύμφωνα με πληροφορίες, η σύμβαση ορίζει στο ελληνικό δημόσιο να αποδεχθεί συμπαραγωγή, που φτάνει μόλις το 15% αντί του 35%, που προβλέπει ο νόμος.

Επίσης, το Μητρώο Ελλήνων Κατασκευαστών δεν έχει ολοκληρωθεί με αποτέλεσμα να καλούνται για ανάθεση κατασκευαστικού έργου εταιρείες που δεν είναι εγγεγραμμένες στο Μητρώο και οι οποίες δεν έχουν ελεγχθεί αν είναι απλώς εισαγωγείς ή εγχώριοι κατασκευαστές.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου