Τετάρτη 28 Απριλίου 2010

Η αισιόδοξη πλευρά της χρεοκοπίας
28/04/2010

του Γιάνη Βαρουφάκη

Για μέρες τώρα βαραίνουμε τις ψυχές μας με μια μόνιμη αγωνία: Θα χρεοκοπήσει το κράτος μας; Ε, λοιπόν, ήρθε η ώρα να αγκαλιάσουμε αυτό που φοβόμαστε. Αν οι φίλοι μας οι Γερμανοί δεν έχουν πρόβλημα να χρεοκοπήσουμε, καιρός είναι να το κάνουμε. Χωρίς δεύτερη κουβέντα. Όχι ως διαπραγματευτική μπλόφα και ούτε μόνο γιατί το χειρότερο που μπορεί να μας συμβεί είναι να χρεοκοπήσουμε σε ένα χρόνο (βλ. το προηγούμενο άρθρο μου Το Πρώτο Τάνγκο στην Ευρωζώνη) αλλά επειδή ήρθε η ώρα να στρέψουμε το βλέμμα στην αισιόδοξη πλευρά της χρεοκοπίας.

Υπάρχει τέτοια πλευρά; Και βέβαια υπάρχει. Σε σχέση με χώρες όπως η γνωστή τρόικα Πορτογαλία, Ισπανία και Ιρλανδία, αλλά και η Βρετανία και το Βέλγιο, το σύνολο του χρέους μας (δημοσίου και ιδιωτικού) είναι το μικρότερο. Πως αυτό; Επειδή οι έλληνες, ως άτομα αλλά και ως ιδιωτικός τομέας, χρωστάμε πολύ λιγότερα εκείνων. Ακόμα και οι αντιπαθέστατες τράπεζές μας έχουν ένα μεγάλο συγκριτικό πλεονέκτημα: Πάνω από 150 δις πραγματικών καταθέσεων! Μιλάμε για άνω του μισού ΑΕΠ σε καταθέσεις, κάτι για το οποίο οι περισσότεροι εταίροι μας θα σκότωναν να το έχουν, που λέει ο λόγος. Αν μάλιστα προσθέσετε και όλα τα χρήματα ελλήνων που βρίσκονται στο εξωτερικό, θα δείτε ότι οι έλληνες δεν είμαστε και τόσο φτωχοί κατά μέσον όρο, κι ας έχουμε το μεγαλύτερο ποσοστό φτώχειας στην Ευρώπη (με εξαίρεση την Λεττονία).

Ως πολίτες είμαστε ελάχιστα χρεωμένοι σε σχέση με πολλούς από τους επικριτές μας στις Λόνδρες, στα Παρίσια και στις Νέες Υόρκες. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι είμαστε λευκές περιστερές. Για δεκαετίες φορτώναμε το δημόσιο με τόσο μεγάλο χρέος που το βλέπουμε πλέον να βουλιάζει μπροστά στα μάτια μας. Εδώ όμως που φτάσαμε, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα. Ακόμα και να αποφασίσουμε σύσσωμοι (ΣΕΒ και ΓΣΕΕ, γιάπηδες και στελέχη του ΠΑΜΕ, αστοί των βορείων προαστίων και αναρχικοί της Πλατείας Εξαρχείων) να δώσουμε ό,τι έχουμε και δεν έχουμε στο κράτος, δεν αρκεί. Αν μάλιστα το παρακάνουμε στην αλληλεγγύη προς το δημόσιο, η 'γενναιοδωρία' μας αυτή θα στεγνώσει την κυκλική ροή του πλούτου από το οποίο εξαρτάται το δημόσιο για τα έσοδά του το 2011, το 2012 κ.ο.κ.

Ποια είναι λοιπόν τα χαρμόσυνα νέα; Ότι μια πτώχευση θα αποδειχθεί σχετικά ανώδυνη. Ο λόγος διττός: Πρώτον, δεν είμαστε κατά μέσον όρο ούτε οι φτωχότεροι ούτε οι πιο υπερχρεωμένοι. Δεύτερον, όσον αφορά τα χρέη του δημοσίου, αυτά βαραίνουν εμάς, ως άτομα, πολύ λιγότερο από όσο βαραίνουν τους ξένους.
Κάντε την σύγκριση με την Ιαπωνία, το χρέος της οποίας ανήκει σε Ιάπωνες σε ποσοστό 95%. Αν το Ιαπωνικό κράτος αναγκαστεί στην πτώχευση, η καταστροφή της χώρας θα είναι ολική. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει για εμάς, καθώς μας ανήκει (δηλαδή στις δικές μας τράπεζες) μόνο το 25% του δημόσιου χρέους μας. Έτσι λοιπόν, δεδομένου ότι η πτώχευση του δημοσίου διαγράφεται ως αναπόφευκτη (εκτός αν πανικοβληθούν οι εταίροι μας αρκετά και το συνδράμουν για χρόνια πολλά, οπότε έχει καλώς), το κόστος της στάσης πληρωμών δεν θα το υποστούμε μόνοι μας.

Μα αν το δημόσιο κηρύξει στάση πληρωμών, τι θα γίνει την επόμενη μέρα; Πως θα ξανα-δανειστεί; Πράγματι, το κράτος θα στριμωχθεί. Για κάμποσο καιρό το δημόσιο θα πρέπει απλώς να ξοδεύει όσα μαζεύει από φόρους. Και γιατί είναι κακό αυτό; Να μάθει επί τέλους, αφού θα έχει ανακουφιστεί από το νταλκά των τοκοχρεολυσίων, να ζει με αυτά που εισπράττει. Π.χ. να καταγγείλει όλες τις εξοπλιστικές συμβάσεις, να συμπιέσει τους ανώτερους μισθούς (τον δικό μου συμπεριλαμβανομένου) τόσο που να καλύπτει τις δαπάνες του από τους φόρους που εισπράττει κλπ.

Οι τράπεζές μας; Θα υποφέρουν, είναι αλήθεια - δεδομένου ότι ακόμα και το 25% του δημόσιου χρέους που διαθέτουν θα παγώσει. Ναι, αλλά μην ξεχνάμε ότι το έχουν ήδη διαθέσει στην ΕΚΤ ως ενέχυρο για ζεστό χρήμα που έχουν ήδη πάρει. Και ότι έχουν πρόσβαση στις τεράστιες, κατά κεφαλήν, αποταμιεύσεις μας. Για να μην προσθέσω ότι απολαμβάνουν εγκληματικά υψηλά ποσοστά κέρδους τόσα χρόνια. Όπως το κράτος μας, έτσι κι αυτές να μάθουν να ζουν λιτά και με σύνεση όπως κάνουν χρόνια τώρα οι εργαζόμενοι των 700 ευρώ.

Επί πλέον, ο αποκλεισμός του κράτους μας από τις χρηματαγορές δεν θα διαρκέσει πολύ. Αν κηρύξει στάση πληρωμών, και ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό του, δεν θα περάσει πολύ καιρός που παλιοί δανειστές θα αποδεχθούν νέους όρους αποπληρωμής ενός ποσοστού των περασμένων δανεικών και νέοι υποψήφιοι δανειστές (μπορεί και οι ίδιοι με τους παλιούς) θα σχηματίσουν ουρά έξω από το Υπουργείο Οικονομίας να το δανείσουν! Βλέπετε, το χρέος μας θα έχει μειωθεί τόσο που θα αποτελούμε εξαιρετική επένδυση. Έτσι είναι το κεφάλαιο - όταν οσφραίνεται ένα επικερδές deal δεν σέβεται ούτε τον εαυτό του.

Σε τελική ανάλυση, είναι λάθος μας να φοβόμαστε τόσο πολύ την στάση πληρωμών του ελληνικού δημοσίου. Άλλοι πρέπει να φοβούνται μια τέτοια εξέλιξη περισσότερο από εμάς:

• η κυβέρνηση της κας Μέρκελ η οποία θα πρέπει να διασώσει τις Γερμανικές τράπεζες που θα κλονιστούν από μια δική μας στάση πληρωμών

• η Ευρωπαϊκή Επιτροπή που θα πρέπει να δει τι θα κάνει με μία χώρα-μέλος την οποία δεν μπορεί να αποβάλει από την ΕΕ αλλά η οποία τελεί υπό πτώχευση

• οι κυβερνήσεις όλων των άλλων χωρών (πλην ίσως της Ολλανδίας και της Αυστρίας) που θα τρέμουν για το ποιος θα είναι ο επόμενος στόχος των αγορών (των οποίων η όρεξη θα έχει ανοίξει από την 'επιτυχημένη' επίθεση στο χρέος της Ελλάδας)

• οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της Βρετανίας (χωρών με συνολικό χρέος πάνω από 400%)

• όλοι όσοι έχουν επενδύσει στο ευρώ, είτε σε περιουσιακά στοιχεία είτε ως μέσο συναλλαγής.

Στάση πληρωμών λοιπόν!
Τώρα!
Με χαμόγελο και αισιοδοξία!

(Και ξέρετε ποιο είναι το ωραίο; Ότι αν πειθόμασταν να απελευθερωθούμε από τον φόβο της πτώχευσης, οι φίλοι μας οι Γερμανοί θα έσπευδαν την ίδια στιγμή να την αποσοβήσουν...)


*Ο Γιάνης Βαρουφάκης διδάσκει οικονομική θεωρία και πολιτική οικονομία στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Πέμπτη 22 Απριλίου 2010

πρέπει να βρούμε όραμα και αξιοπρέπεια

Κράτος και πολίτες πρέπει να βρούμε όραμα και αξιοπρέπεια για να ανταπεξέλθουμε

Άγγελος Στάγκος


Η αίσθηση που επικρατεί από χθες είναι ότι «ο κύβος ερρίφθη». Συνοδεύεται από μία πικρή γεύση, καθώς είναι πολλοί αυτοί που αντιλαμβάνονται ότι φτάσαμε στον πάτο και ακόμη περισσότεροι εκείνοι που δεν το έχουν συνειδητοποιήσει πλήρως, αλλά αισθάνονται, και δικαίως, ανασφάλεια. Ανασφάλεια γιατί έστω και θολά καταλαβαίνουν ότι μπήκαμε μέσα σε ένα σκοτεινό τούνελ και μέχρι να φτάσουμε στην άκρη όπου θα φαίνεται το φως, οι δοκιμασίες θα είναι μεγάλες. Δοκιμασίες που το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού θα τις νοιώσει έντονα στο πετσί του.

Μέσα σε αυτή την κατάσταση είναι θλιβερό ότι υπάρχουν κόμματα που λαϊκίζουν ασύστολα και πιθανώς και ανέξοδα, όπως υπάρχουν και στελέχη ακόμη και του κυβερνώντος κόμματος που κάνουν ότι πιστεύουν πως θα μπορούσαμε να αποφύγουμε τα σκληρά και επώδυνα μέτρα, είτε τα παίρναμε μόνοι μας, είτε μας τα επέβαλαν οι ευρωπαίοι εταίροι, είτε το ΔΝΤ. Ο Α. Σαμαράς έχει γαντζωθεί στην συμμετοχή του ΔΝΤ για να κάνει αντιπολίτευση και ο Γ. Καρατζαφέρης έκανε άλλη μία κολοτούμπα για να μη μείνει πίσω και τώρα και αυτός εξορκίζει το ΔΝΤ. Οι πρωταθλητές όμως του λαϊκισμού, της ασυναρτησίας και της αντιφατικότητας είναι δυστυχώς τα στελέχη του ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ. και του ΚΚΕ.

Τα στελέχη του ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ. με πρώτο και καλύτερο τον Αλ. Τσίπρα, αλλά και από δίπλα τους Π. Λαφαζάνη και Παπαδημούλη (αν και ανήκουν σε διαφορετικές συνιστώσες) συνθηματολογούν ασυλλόγιστα και ανούσια, ενώ όποιος άκουσε χθες την Κα Παπαρήγα του ΚΚΕ στο «ΜΕGA» θα πρέπει να ένοιωσε θλίψη που αυτό το κόμμα και η ηγεσία του έχουν αυτοανακηρυχθεί προστάτες των λαϊκών τάξεων και εμείς τους παίρνουμε στα σοβαρά. Η γυναίκα δεν είχε κανένα ειρμό σε αυτά που έλεγε, γενικολογούσε και ταυτόχρονα κατάφερνε να πέφτει σε αντιφάσεις και το μόνο που έμεινε από το παραλήρημά της ήταν ότι το ΚΚΕ έχει αποφασίσει να καταλύσει το κράτος, αφού τόνισε ότι δεν θα πρέπει οι εργαζόμενοι να υπακούουν στις αποφάσεις των δικαστηρίων, όταν αυτά κηρύσσουν παράνομες και καταχρηστικές τις απεργίες. Η αρχή έγινε χτες με την απεργία των ναυτεργατών.

Μέσα στην κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε, όλα τα παραπάνω είναι ουσιαστικά «ψιλά γράμματα». Αποκτούν όμως κάποια βαρύτητα, που μπορεί να αυξηθεί θεαματικά από την παρουσία του ΔΝΤ και των μέτρων που πιθανότατα θα επιβάλει. Ο μοναδικός τρόπος για να απομακρύνει την απειλή μία πολιτικής αστάθειας η κυβέρνηση είναι να κινητοποιηθεί, να πάρει γρήγορα αποφάσεις, να φτάσει σε ορατά αποτελέσματα, να δείξει ότι ξέρει τι της γίνεται και που θέλει να φτάσει, να δώσει όραμα και αυτοπεποίθηση στον κόσμο που είναι στα όρια της ομαδικής κατάθλιψης. Κάτι τέτοιο μπορεί να ξεκινήσει από το κράτος, που πρέπει και αυτό να αποκτήσει την αξιοπρέπεια του, ταυτόχρονα στο εξωτερικό και το εσωτερικό. Με μείωση του χρέους στο εξωτερικό , πουλώντας ακίνητη περιουσία και γη, με περιορισμό της σπατάλης και αποτελεσματικότητα, όπως τα πλήγματα που κατάφερε στην τρομοκρατία, στο εσωτερικό,

Είναι βέβαιο ότι θα φτωχύνουμε, αφού ζούσαμε πέρα από τις δυνατότητές μας. Αν όμως φτωχύνουμε όλοι μαζί και με δίκαιο σχετικά τρόπο, ο κοινωνικός ιστός μπορεί να διατηρηθεί. Ο μεγάλος κίνδυνος είναι η ανεργία και αυτή πρέπει να αντιμετωπισθεί άμεσα με μία σταδιακή πορεία ανάπτυξης. Ταυτόχρονα η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να βάλει το μαχαίρι στο κόκαλο με σωστά διαρθρωτικά μέτρα για να ξεφύγουμε από την παρακμή που βιώνουμε. Δυστυχώς, ούτε η ελληνική αστική τάξη είναι ισχυρή, δυναμική και με οράματα για να βοηθήσει, ούτε ο ακαδημαϊκός κόσμος προσφέρει παραδείγματα και ηγεσία. Επομένως η ελπίδα είναι σε αυτούς που έχουν τα ηνία της εξουσίας και ο Γ. Παπανδρέου έχει υποχρέωση να ενισχύσει την ομάδα.

Τρίτη 20 Απριλίου 2010

Πώς πηδάει το μυρμήγκι

Πώς πηδάει το μυρμήγκι
16/04/2010

της Ρέας Βιτάλη

Βέβαια δεν υπάρχει «μυαλόμετρο», αλλά αν υπήρχε, δεν θα έλεγες τον Πραξιτέλη και πρώτο μυαλό! Ένα καλόκαρδο, αγαθιάρικο παιδί που έκανε παρέα με τον Δημήτρη. Ο Δημήτρης είχε μια γοητεία στις γυναίκες χωρίς να το επιδιώκει. Και ο Πραξιτέλης είχε λάβει μόνος του το ρόλο του γκομενοδιαμεσολαβητή. Σ΄αυτόν απευθύνονταν εν ολίγοις οι γκόμενες, όταν ήθελαν να βγουν με το φίλο του, το Δημήτρη. Ο Δημήτρης αντίστοιχα, με μια εκ γενετής σοβαρότητα, αναλάμβανε ανταποδοτικά σχεδόν να γίνεται διαμεσολαβητής σε πιο σοβαρά θέματα…Όπως για παράδειγμα να κανονίσει “ταρίφα” με τους καθηγητές, για να τους περάσουν τάξη, όταν έμειναν σε μερικά μαθήματα, για Σεπτέμβριο. Κακοί μαθητές και οι δύο. Ήταν το πρώτο λάδωμα. Στην πορεία της ζωής ακολούθησαν κι άλλα. Έτσι πήραν αργότερα δίπλωμα οδήγησης και δίπλωμα σκάφους. Σκάφος δεν είχαν! Και ούτε θ΄ αποκτούσαν… Αλλά ήταν ένας συγγενής τους στην επιτροπή. Ότι παίρνεις στη ζωή καλό είναι σκέφτηκαν και… Δώστου λάδι!


Οι γονείς τους; Ούτε ζάπλουτοι, ούτε φτωχοί. Στην κατηγορία -Έλληνας γονιός-. Άρα, όλοι Ωνάσηδες για τα παιδιά τους! Κουτσά στραβά λοιπόν τελείωσαν το σχολείο. Ο Δημήτρης μπήκε σε ένα Αμερικάνικο ιδιωτικό Πανεπιστήμιο στην Ελλάδα και ο Πραξιτέλης αποφάσισε να δώσει εξετάσεις σε μια δημόσια σχολή, όχι Πανεπιστημιακή. «Χρειάζεται και λίγο σπρωξιματάκι» το έθεσε στον Δημήτρη. Και ως δια μαγείας βρέθηκε θεία της θείας που έμενε στην ίδια πολυκατοικία με τον θείο της ανιψιάς. Έκτοτε σ΄όλη τη ζωή θ΄ακολουθούσε την ίδια οδό. Ο θείος του θείου.


Ο Δημήτρης από την άλλη, μόλις μπήκε σε ξένο σύστημα, θαρρείς και άνθισε! Μέχρι που του φαινόταν μέτρια η μόρφωση στην Ελλάδα και το δεύτερο χρόνο έστειλε τα χαρτιά του σε Πανεπιστήμιο της Αμερικής (ένα από τα καλύτερα στον κλάδο του) και τον δέχτηκαν. Έμεινε 4 χρόνια στην Αμερική. Μοναξιά απέραντη, διάβασμα απέραντο, προσαρμογή δύσκολη… Έκλαψε με Καζαντζίδη, έφαγε το χιόνι με το κουτάλι , σιχτίρισε όταν οι Αμερικάνες γκόμενες του ζήταγαν οπωσδήποτε τσιγαριλίκι για να προχωρήσουν στο παρασύνθημα, μελαγχόλησε στη μόνιμη ερώτηση των Αμερικάνων «που ακριβώς βρίσκεται η Ελλάδα;»… Άλλος πλανήτης η Αμερική! Και μιλάμε για τη δεκαετία του 70! Και μιλάμε για αμερικάνικη επαρχία του κερατά!

Κι ενώ ο Δημήτρης σπούδαζε και πάλευε, ο Πραξιτέλης είχε ήδη τελειώσει και δούλευε στο Δημόσιο. Δούλευε και γκρίνιαζε… Γκρίνια! Μίρλα! Ή μάλλον, υποτίθεται ότι δούλευε, σίγουρα γκρίνιαζε και μονίμως μέτραγε! Τι μέτραγε; Από τη πρώτη μέρα που μπήκε στο δημόσιο, τα χρόνια μέχρι τη σύνταξη υπολόγιζε ή πόσα επιδόματα δικαιούνταν ή ποιος ήταν ο νέος υπουργός και μήπως τον γνώριζε κάποιος . Θαρρείς ξόδευε τη ζωή για να βρει διασύνδεση να περάσει τη ζωή…Και όσα και να κατάφερνε τίποτα δεν τον έκανε χαρούμενο. Ήταν σε μόνιμη επιφυλακή και μουρτζουφλοσύνη. Ένα «Ας Τα Λέμε καλά!» πάντα σαν απάντηση στο «τι κάνεις;».



Στην αρχή ο Δημήτρης τον πόναγε και του πρότεινε δουλειές και λύσεις στον ιδιωτικό τομέα. Μέχρι που κατάλαβε ότι η μίρλα και ο «δημόσιος» πάνε πακέτο! Eίναι ίσως το προσωπείο για να κάνεις καλά τη δουλίτσα σου. Και στην έννοια δουλίτσα συμπεριλαμβάνονταν και «τα τυχερά ». Για τα οποία ο Πραξιτέλης δεν έδινε παραπάνω πληροφορίες.



Πάντως απ όσο καταλάβαινε ο Δημήτρης το φιλαράκι του είχε γίνει γκουρού στο είδος. Γιατί ενώ δεν ξόδευε, πέρναγε μια χαρά. Το -δε ξόδευε- ήταν ένα άλλο χαρακτηριστικό… Μάλλον και σ΄αυτόν τον τομέα είχε μάθει στο σύστημα --ο γνωστός του γνωστού-… «Είναι να μη μάθει ο άνθρωπος στο τζάμπα!» τον κορόιδευε ο Δημήτρης. «Μα ένα κουτί σοκολατάκια δεν έχω δει από τα χέρια σου!». Ψέματα. Ο Πραξιτέλης πάντα έφερνε τα Χριστούγεννα καλάθι με ποτά στο φίλο του… Κάποιος τα είχε φέρει στη υπηρεσία του. Όλα η υπηρεσία! Τον πρόδωσε η κάρτα που βρήκε μέσα ο φίλος του ο Δημήτρης αλλά προσποιήθηκε ότι δεν την είδε. Είπαμε…Είναι να μη μάθει ο άνθρωπος στο τζάμπα!


Πάμε όμως στην ζωή του Δημήτρη μετά την επιστροφή από Αμερική. Δυο ξένες γλώσσες και Αμερικάνικο πτυχίο, ήταν στις αρχές του 80 προσόντα γερά. Έπιασε δουλειά σε μια μεγάλη εταιρεία και άρχισε την εκπαίδευση στην οικογενειοκρατία. Όσο διαπλοκή χωράει στο ελληνικό δημόσιο, τόση χωράει και στις ιδιωτικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα με όλα σχεδόν τα μέλη της οικογένειας, άχρηστα και μη, σε διευθυντικές θέσεις…Ο άνδρας της κόρης του αφεντικού, η γκόμενα του αφεντικού, η ανιψιά της γυναίκας του αφεντικού κ.λ.π. Μετά είχε τον ανταγωνισμό και τις τρικλοποδιές των παλιών στελεχών των «σπουδαγμένων στο πεζοδρόμιο» που ένιωθαν να τρέμει η θέση τους μόλις άκουγαν σπουδές με πτυχία και τέλος είχε την προσαρμογή σε μια ελληνική πραγματικότητα που πολύ διέφερε απ αυτά που είχε διδαχθεί.

Είχε όμως πείσμα και διάθεση. Όρμησε κατά πάνω, θαρρείς γράπωσε τη ζωή και την έσφιγγε. Πέρασε από θέσεις και θέσεις. Άλλες τον έβγαζαν παραπάνω κι άλλες τον οδηγούσαν στην ανεργία. (Αχ οι πολυτέλειες του Πραξιτέλη «Στο δημόσιο αγόρι μου δε σε κουνάει κανείς!»). Κάποτε τόλμησε και μια δική του δουλειά. Χάζευε το όνομα της επιχείρησής του στη ταμπέλα. Απέκτησε προσωπικό. Έτρεχε πίσω από ημερομηνίες επιταγών. Έφαγε φέσια με το κουτάλι. Κρεμάστηκε από στόματα τραπεζιτών. Ίδρωσε. Αγχώθηκε. Μπήκε εν ολίγοις στα γρανάζια, ενός εχθρικού τις περισσότερες φορές συστήματος, το οποίο όμως ενίσχυε με τον ιδρώτα και τους κόπους του, εν αντιθέσει προς το φίλο του που απολάμβανε πάντα το κράτος σύμμαχο και τα συνδικαλιστικά «κανακέματα» σε ότι γούσταρε…


Εκεί γύρω στα 49 πέρασε και το μεγαλύτερο καζίκι της ζωής του. Πριν τα γαμ*μένα διόδια των σημαδιακών 50 κινδύνευσε να χάσει όλη την περιουσία που είχε αποκτήσει από μια λάθος επιχειρηματική κίνηση…Τότε συναντήθηκε με τον παλιόφιλο Πραξιτέλη. Ο οποίος στο μεταξύ είχε παντρευτεί αεροσυνοδό της Ολυμπιακής, τη Μαίρη. «Τι νέα ρε Πραξιτέλη ; », «Ας τα λέμε καλά» είπε και ξεφύσηξε λες και έπεσαν έξω τα καράβια του…Αιώνιος Πραξιτέλης! «Η Μαίρη βγήκε στη σύνταξη, γιατί μ΄αυτούς ποτέ δε ξέρεις! 250.000 η Μαίρη εφ άπαξ. Και σύνταξη 2000 κάθε μήνα. Όσο για μένα κάνω μια τελευταία προσπάθεια να διεκδικήσω μια θέση στο εξωτερικό, που αν την πάρω φιλαράκο θα ξενοιάσω άπαξ δια παντός. Μήπως γνωρίζεις τον Υπουργό;» Τα γνωστά! Και τα ακόμα πιο γνωστά.


Ο Πραξιτέλης πήρε τη θέση και μαζί έβγαλε τζιπ, δυο μισθούς, έναν να τον περιμένει στη πατρίδα και έναν γιατί ταλαιπωριόταν στα ξένα. Όταν γύρισε τον ρώτησε ο Δημήτρης «Και τι έκανες ρε πού*τη όλη μέρα; Tι ήταν η θέση σου ;», «Μπορώ να σου πω ακόμα και πώς πηδάει το μυρμήγκι!» απάντησε στο σαστισμένο φίλο του «Πώς πηδάει το μυρμήγκι; Τι εννοείς ρε μαλ*κα; », «Είχα μια τηλεόραση στην υπηρεσία και έβλεπα National Geographic… Mαλ*κα, είναι απίστευτο πώς πηδάει το μυρμήγκι!»….


Οι δυο φίλοι Δημήτρης και Πραξιτέλης κάποτε έφτασαν στα 50 τους χρόνια. Ο Πραξιτέλης ξένοιασε! Πήρε τη σύνταξή του και δήλωσε «ήρθε η ώρα να ζήσω».2600 ευρώ μηνιαίως συν 2000 ευρώ της συζύγου. Και με τα εφάπαξ έχει εξασφαλίσει και τις σπουδές του παιδιού του και όλα τα καλούδια…Χώρια τα «τυχερά». Ο Δημήτρης αντιθέτως ανοίγεται σε ένα ακόμα ταξίδι ανασφάλειας. Απόλυτης! Και δεν τον βοηθάει και η ηλικία πια! «Μια ζωή σαν 10 ζωές την έζησα» είπε μια μέρα τσουγκρίζοντας ποτήρια με τον Πραξιτέλη που ξεφύσαγε (αιωνίως…).



Ο Δημήτρης ρουφάει την οικονομική κρίση πια με το κουτάλι. Ταλαντεύεται αν πρέπει να διαθέσει χρήματα για τα παιδιά του ή να τα κρατήσει γιατί ποτέ δεν ξέρεις… Κατάσταση δύσκολη με αντιμέτωπο ένα κράτος αιώνιο εχθρό. Ο τίτλος του «αιμοδότη» μόνιμος πια στο κούτελο, μαζί και του –μαλ*κα-! Ούτε μια μέρα δεν αξιώθηκε χωρίς το χέρι του νταβατζή -κράτους απλωμένο στη τσέπη του…Κάθε του κίνηση, μια έμμεση χρηματοδότηση σε τρύπες μαύρες. Αγώνας χωρίς «τυχερά»! Και η σύνταξη, μια υπόθεση χέσε ψηλά κι αγνάντευε…Ενώ ο Πραξιτέλους ότι «δικαιούταν» το ρούφηξε κι ας ξεφύσαγε! Είναι να μη μάθεις στο «δικαιούμαι».

Δυο φίλοι. Ο Πραξιτέλης και ο Δημήτρης… Άσπρισαν τα μαλλιά τους , φόρεσαν γυαλιά πρεσβυωπίας, έκαναν οικογένειες και οι δυο... Γέλασαν, έκλαψαν, ερωτεύτηκαν, προδόθηκαν, διαιώνισαν. Όλα τα ανθρώπινα! Μόνο που ο Πραξιτέλης σε κάτι υπερτέρησε. Έμαθε πώς πηδάει το μυρμήγκι. Ενώ ο Δημήτρης πώς πηδιέται ο άνθρωπος.



Υ.Γ. 1: Ο Πραξιτέλης μετά τη σύνταξη πάσχει από κατάθλιψη!



Υ.Γ. 2: Μια σκέψη, έτσι για εκδίκηση… Μετρώντας τα χρόνια μέχρι τη σύνταξη καμιά φορά χάνεις τα χρόνια μέχρι τη σύνταξη.
Εκπαιδευόμενος στο «τι δικαιούσαι» καμιά φορά χάνεις το μόνο που πραγματικά δικαιούσαι. Και τέλος… Αν περάσεις τη ζωή μετρώντας τα χρόνια μέχρι τη σύνταξη και υπολογίζοντας τι δικαιούσαι από το κράτος, ξεχνάς άπαξ δια παντός ότι ο μόνος πραγματικός «εργοδότης» που οφείλεις να λογοδοτήσεις, είναι η ζωή και όχι το κράτος…

Πέμπτη 15 Απριλίου 2010

ζούμε υποταγμένοι στα υλικά.

Ρυθμοί και αριθμοί

Ο τρόπος ζωής που έχουμε φτάσει να ζούμε, δέν είναι τέλειος..

φτάσαμε να ζούμε υποταγμένοι στα υλικά..
μετά απο μία βόλτα σε φιλικά ιστολόγια, μου δημιουργήθηκε η επιθυμία να γράψω αυτά..

πράγματι αν αναλογιστούμε τί χάνουμε, τις τέχνες που σβήνουν και τις ικανότητες που χάνουμε..

χάνουμε ικανότητες σημαντικές..
παραδείγματα..
δέν φυτεύουμε, δέν κυνηγαμε την τροφή μας, δέν ξέρουμε να φτιάχνουμε σχεδόν τίποτα..
ως αποτέλεσμα όλων αυτών, τελικά δέν μαθαίνουμε να σκεφτόμαστε..

fast food ζωή, fast food σκέψη..

άλλοι φτιάχνουν τροφή για μας, άλλοι φτιάχνουν τροφή για το μυαλό μας..
μάθαμε να παραγγέλνουμε φαγητό απ'έξω, να βρίσκουμε τροφή στα σούπερ μάρκετ ακόμη και τον καφέ δέν ξέρουν πολλοί να φτιάχνουν..

όσο για την τροφή της σκέψης, εκεί είναι μεγάλο το θέμα..
η τηλεόραση σκέφτεται για μας ή μάλλον μαθαίνει τον τρόπο της σκέψης σε μας..

διασκεδάστε, καταναλώστε, κουτσομπολέψτε..

ΥΠΟΤΑΧΤΕΙΤΕ..

υπερπληροφόρηση σε σημείο να μην ξέρει κάποιος τί είναι αληθινό και τί ψεύτικο..

βέβαια όποιος δέν μπεί στα γρανάζια της μηχανής, είναι περιθωριακός, γραφικός και περίεργος..
οι εταιρείες κατευθύνουν ακόμη και κυβερνήσεις..
τα προϊόντα στα ράφια είναι απο 10 εταιρείες παγκοσμίως..
αλλάζουν ονόματα στις μαρκες και βλέπεις δέκα σαμπουάν να είναι όλα μιάς εταιρείας..
αλλάζουν ονόματα στις μάρκες καθαριστικών σπιτιού κι όμως όλα είναι μιάς εταιρείας..

δέν ξέρουμε καν να μαγειρεύουμε αφού δέν υπάρχει χρόνος για να μάθουμε..
γνώρισα πολλές γυναίκες και άντρες που δέν ήξεραν ούτε ένα αυγό να φτιάχνουν..
δέν μιλάω για γκουρμέ καταστάσεις, αλλά για βασικά πράγματα..

τα ίδια συμβαίνουν στις τέχνες..
όπως έγραψε η Χρωματιστή, χάθηκε το φίλμ απο τα φωτογραφεία..
όλα είναι πιό μαζικά, όπως και τα τραγούδια..

και αφού οι κάρτες μνήμης χωράνε πολλά giga πρέπει να βρούμε τρόπο να τις γεμίσουμε..
κι έτσι, τρέχουν νέοι στα τηλεπαιχνίδια να αναδείξουν ταλέντα τους κι εμείς καθόμαστε σαν χάνοι να θαυμάσουμε, να γελάσουμε, να λυπηθούμε με την κατάντια..

ζούμε σε ένα μαντρί πολυτελείας ή μάλλον στην πολυτέλεια ενός μαντριού..
μόνο που σε τούτο το μαντρί μας αρμέγουν μας ζητάνε να αναπαραχθούμε με ελεγχόμενες γεννήσεις και με μεταλλαγμένες τροφές για να αποδίδουμε καλύτερα..
να μην σκεφτόμαστε, να μην γνωρίζουμε πώς είναι έξω απο το μαντρί..
να πιστέψουμε οτι έξω απο αυτό δέν υπάρχει ζωή..
δέν θα επιβιώσουμε αν βγούμε επειδή έξω είναι ο κακός λύκος..
ο κακός λύκος είναι η Γνώση..
όποιος τον δαμάσει, δέν έχει να φοβηθεί τίποτα..

τότε ο τσοπάνης θα χάσει τα πρόβατα, την παραγωγή και το κέρδος..

δέν θέλω να κουράζω γράφοντας πολλά μα δέν μπορώ να μην γράφω τα απαραίτητα..
ξέρω οτι πολλοί δέχονται οτι έτσι είναι η πραγματικότητα όπως ξέρω οτι πολλοί δέν το δέχονται..
η αλήθεια είναι οτι δέν γνωρίζουμε ούτε την πραγματικότητα..
το έθεσε ο Περσέας όπως πρέπει..
όπως και ο Ιπτάμενος Ολλανδός έβαλε μία ταινία-ντοκυμαντέρ πολύ αξιόλογο..

πάντα μου άρεσε να είμαι μαθητής..
πάντα διψούσα για Γνώση..

καλή εβδομάδα σε όλους..


υγ: φάξ ακόμη δέν έχω όρεξη να γράψω..
προσεχώς..

Κυριακή 11 Απριλίου 2010

Το έλλειμμα των επενδύσεων

Το έλλειμμα των επενδύσεων

Tου Πασχου Mανδραβελη

Μήπως έφτασε η ώρα να σταματήσουμε να κοροϊδευόμαστε σ’ αυτή τη χώρα; Μήπως πρέπει τελικά να αποφασίσουμε αν θέλουμε επενδύσεις ή όχι; Διότι όλοι είμαστε υπέρ των επενδύσεων, αλλά ποτέ κάποιας συγκεκριμένης. Οποτεδήποτε πάει κάποιος να επενδύσει κάπου, πάντα η περιοχή είναι «απείρου κάλλους» ή γειτνιάζει σε κάποιον αρχαιολογικό χώρο. Εκτός αυτού, σε κάθε σχέδιο επένδυσης πάντα ορθώνονται κάποια συγκριτικά πλεονεκτήματα της περιοχής, που πιθανώς να κάνει τη σχεδιαζόμενη επένδυση ασύμφορη μακροχρόνια. Οπότε αντιδράμε στο σημερινό όφελος για χάρη κάποιου μελλοντικού πλεονεκτήματος, που συνήθως δεν έρχεται.

Η Ελλάδα πάτωσε στις ξένες επενδύσεις. Το 2009, η Παγκόσμια Τράπεζα μας κατέτασσε 109ο καλύτερο επενδυτικό προορισμό, πίσω ακόμη και από την Αιθιοπία. Μόνο για την ίδρυση μιας επιχείρησης απαιτούνται 15 διαδικασίες και 169 ημέρες. Αυτήν την καθυστέρηση την φορτώσαμε σε ένα όνομα, σκοτεινό σαν τη λέξη «σύστημα». «Φταίει η γραφειοκρατία», λέμε και ξεμπερδεύουμε.

Υπάρχουν δύο είδη γραφειοκρατίας που φρενάρουν τις επενδύσεις. Η μία είναι η κληρονομημένη γραφειοκρατία· διαδικασίες που κάποτε ήταν αναγκαίες και σήμερα χρησιμεύουν μόνο στους δημοσίους υπαλλήλους για να δικαιολογούν τον μισθό τους. Η νομοθεσία μας είναι γεμάτη με μικρές νάρκες στον δρόμο για μια επένδυση, που συνήθως σκάνε όταν το σύστημα δεν λαδώνεται. Υπάρχουν όμως και νέα εμπόδια στις επενδύσεις, που εδράζονται σε κοινωνικές απαιτήσεις. Αυτές άλλοτε είναι λογικές (π. χ. μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων ενός έργου) και άλλες φορές υλοποιούν ιδεολογικές αγκυλώσεις. Ενα παράδειγμα: Πριν από μερικές ημέρες, η Επιτροπής Περιβάλλοντος της Βουλής δημοσιοποίησε το κείμενο συμπερασμάτων και προτάσεων για το «ιστορικό κέντρο» της Αθήνας. Ανάμεσα στις προτάσεις της Επιτροπής υπάρχει η μετασκευή μεγάλων εγκαταλελειμμένων κτιρίων σε φοιτητικές εστίες. «Θέλουμε ένα διαφορετικό σκεπτικό, όχι τη μετατροπή αυτών των κτιρίων σε real estate», δήλωσε ο πρόεδρος της Επιτροπής κ. Κώστας Καρτάλης.

Κατ’ αρχάς, μια τέτοια δήλωση δεν λαμβάνει υπ’ όψιν της την οικονομική πραγματικότητα. Κάτι πρέπει να πουλήσει το κράτος για να πληρωθούν οι μισθοί· ακόμη και των βουλευτών που συνέταξαν το πόρισμα. Η εκμετάλλευση από ιδιώτες της αχανούς και αχαρτογράφητης περιουσίας του Δημοσίου είναι μια λύση. Δεύτερον, ποιο είναι το πρόβλημα με το real estate; Θεωρητικά οι φοιτητικές εστίες είναι καλύτερες, αλλά πάλι... Πότε ήταν η τελευταία φορά που οι εθνοπατέρες πήγαν σε φοιτητική εστία; Η εκμετάλλευση από ιδιώτες των εγκαταλελειμμένων του κέντρου της Αθήνας θα δώσει νέα πνοή. Την εκμετάλλευσή τους από το Δημόσιο την είδαμε. Το αποτέλεσμα είναι η εγκατάλειψη και γι’ αυτό αναζητάμε άλλες λύσεις.

Το έλλειμμα επενδύσεων στην Ελλάδα είναι βαθιά ιδεολογικό. Μπορεί να ομνύουμε σ’ αυτές, αλλά κατ’ ουσίαν δεν θέλουμε καμία. Κάθε φορά για διαφορετικούς λόγους ή με διαφορετικές δικαιολογίες. Οπότε τι να το κάνουμε άλλο ένα νομοθέτημα για «επιτάχυνση των διαδικασιών έκδοσης αποφάσεων», όταν ακόμη και άδειες για επενδύσεις που εκδόθηκαν (έστω με τη μεγάλη ελληνική καθυστέρηση) κόλλησαν στις οικολογικές και επαναστατικές ευαισθησίες των περιοίκων ή στις «αριστερές» πεποιθήσεις των πολιτικών, του Τύπου και των πολιτών; Ακόμη κι αν ο χρόνος αδειοδότησης συρρικνωθεί, το πρώτο πράγμα που θα καταγγελθεί είναι η επιτάχυνση, διότι «οι βεβιασμένες αποφάσεις δεν έλαβαν υπόψη σημαντικές παραμέτρους οι οποίες θα καθορίσουν το μέλλον του τόπου». Ή, έστω, τις ανάγκες των φοιτητών για στέγαση.

Παρασκευή 9 Απριλίου 2010

Περί φοροδιαφυγής.

Ας δούμε λιγάκι το concept «φόρος» σε μια δημοκρατία. Σε γενικές γραμμές, υπάρχουν δυο ειδών φόροι: οι έμμεσοι και οι άμεσοι. Οι έμμεσοι, που είναι ο ΦΠΑ και τον οποίον πληρώνουμε όλοι ανεξαρτήτως εισοδήματος και οι άμεσοι, οι οποίοι πληρώνονται κλιμακωτά αναλόγως του εισοδήματος.

Σε μια φιλελεύθερη δημοκρατία η οποία λειτουργεί με τον τρόπο που την οραματίστηκαν ο Μοντεσκιέ, ο Λοκ και ‘γω δεν ξέρω πόσοι άλλοι μεγάλοι πατέρες του Διαφωτισμού υπάρχει διάκριση των εξουσιών, κάθε μια από αυτές λειτουργεί μέσω στο πλαίσιο που ορίζουν οι νόμοι και το Σύνταγμα, και γενικώς συνάπτεται με το λαό ένα είδος κοινωνικού συμβολαίου, για το οποίο έχουν θεσπισθεί ασφαλιστικές δικλείδες ώστε να τηρείται από όλες τις πλευρές και να εξασφαλίζεται η χρηστή διοίκηση.


Μέσα στα πλαίσια αυτού του είδους δημοκρατίας, και αναλόγως του προς τα πού κλείνει, δηλαδή προς το φιλελεύθερο ή προς το εξισωτικό της όριο, οι φόροι λειτουργούν και για την αναδιανομή εισοδήματος, μέσω κυρίως κοινωνικών μεταβιβάσεων, που είναι οι δρόμοι, τα σχολεία, τα νοσοκομεία, οι συντάξεις, τα επιδόματα ανεργίας κλπ.

Δηλαδή ένα μέρος της φορολογία των πολιτών επιστρέφει προς αυτούς για να καλύψει τις προαναφερθείσες κοινωνικές ανάγκες. Το ποσοστό που γυρίζει πίσω καθώς και η κατανομή των φορολογικών βαρών καθορίζει και τον τύπο της δημοκρατίας. Σχηματικά, στις άκρως φιλελεύθερες, η φορολογία είναι χαμηλή και οι επιστροφές λίγες, ενώ στις λαϊκές δημοκρατίες ή στις σοσιαλδημοκρατίες, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο.

Δηλαδή, υπάρχει μεγάλη κλιμάκωση της φορολογίας, με τα ανώτερα εισοδηματκά στρώματα να επιβαρύνονται περισσότερο, ενώ παράλληλα υπάρχουν και αντίστοιχα μεγάλες κοινωνικές μεταβιβάσεις.

Για να πεισθούν δε οι πολίτες να πληρώνουν φόρους, που δεν είναι και ό,τι το καλύτερο γιατί στην πραγματικότητα τούς αφαιρείται εισόδημα, θα πρέπει το περίφημο κοινωνικό συμβόλαιο με τα χαρακτηριστικά που περιέγραψα μόλις πριν λίγο, να τηρείται από όλους τους συμβαλλόμενους και μάλιστα κατά γράμμα.



Άμα γυρίσουμε πίσω στην ιστορία, θα παρατηρήσουμε ότι οι περισσότερες εξεγέρσειςάδικο φορολογικό σύστημα, είτε με υπερβολικές αυξήσεις φόρων. Για παράδειγμα όλες σχεδόν οι εξεγέρσεις κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας είχαν σαν βάση τους τούς φόρους. συνδέονται είτε με ένα

Για να έρθουμε στα καθ’ ημάς, και ειδικά στην τελευταία περίοδο, δύσκολα θα αναγνωρίζαμε την ύπαρξη ενός τέτοιου κοινωνικού συμβολαίου, παρ’ όλες τις πλειοψηφίες που έπαιρναν στις κατά καιρούς εκλογικές αναμετρήσεις οι κυβερνήσεις. Είναι γνωστό ότι το πολιτικό σύστημα τις τελευταίες δεκαετίες, ούτε κατ’ ελάχιστον είναι νομιμοποιημένο στη συνείδηση του κόσμου για τους γνωστούς λόγους. Μια τέτοια απονομιμοποίηση όμως αίρει ταυτόχρονα και τους λόγους οι οποίοι κάνουν το κοινωνικό σώμα να πειθαρχεί αυτοβούλως στους νόμους και το Σύνταγμα.

Σε τέτοιες περιπτώσεις η ανυπακοή μπορεί να πάρει είτε τη μορφή ανοιχτής εξέγερσης, όπως έχει συμβεί πολλές φορές στο παρελθόν, είτε να συγκρατηθεί και να εξομαλυνθεί. Ο τρόπος που επιλέχτηκε από τις μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις ήταν ο δεύτερος, με το να καταστήσουν δηλαδή, και έχοντας απόλυτη γνώση των πράξεών τους, μερίδες της κοινωνίας συνενόχους της διαφθοράς. Γιατί τι άλλο ήταν από το να κάνουν τα στραβά μάτια σε ένα σωρό παραβατικότητες, γιατρών, καθηγητών, εφοριακών, τελωνειακών, πολεοδόμων, ή με το να έχουν εξαρθρώσει τους εισπρακτικούς μηχανισμούς φόρων;



Η τακτική αυτή απεδείχθη ότι είχε διπλά οφέλη: αφ’ ενός άφηνε ανενόχλητη της εξουσία και τους περί αυτήν να οργιάζουν, και αφ’ ετέρου εξασφάλιζε ότι ο λαός από κάτω θα αντλούσε τους αναγκαίους πόρους για να μη λιμοκτονεί. Ουσιαστικά είχε εγκαθιδρυθεί ένα άτυπο σύστημα οιονεί κατάργησης της φορολογίας ορισμένων πλατιών στρωμάτων, προς όφελος κυρίως δικό της και των υμετέρων της.

Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα η μεγάλη ανισοκατανομή του εισοδήματος που επιτεύχθηκε τα τελευταία χρόνια, η μεγαλύτερη στην Ευρώπη, να χωνευτεί από τα αδικημένα στρώματα με το λιγότερο βίαιο τρόπο, αφού άφηνε στον καθένα να νομίζει ότι συμμετέχει εξ ίσου στη διαφθορά Οι κυβερνήσεις με τον τρόπο αυτό λειτουργούσαν λοιπόν καθαρά εκβιαστικά, με τα αποτελέσματα του εκβιασμού αυτού να έχουν γίνει πλέον φανερά σήμερα, όπου η κοινωνία κατατρύχεται από βαριά, αλλά άδικη ενοχή. Ενοχή για ένα πλούτο που αφέθηκε να νομίζει ότι η ίδια λήστεψε, ενώ η αλήθεια είναι ότι καταληστεύτηκε από τους λίγους και εκλεκτούς.

Η όση λοιπόν φοροδιαφυγή επιτελέστηκε από τα χαμηλά και τα μεσαία κυρίως κοινωνικά στρώματα ήταν και εις γνώση των κυβερνήσεων και λειτούργησε ως μηχανισμός απορρόφησης των αντιδράσεων που ήδη γεννιόντουσαν από την επίγνωση της γενικευμένης ανομίας των προνομιούχων στρωμάτων.

Όσο δε σήμερα καμιά από τις παραπάνω δομές που προκάλεσαν την ανατροπή του κοινωνικού συμβολαίου ουσιαστικά δεν θίγεται, ο λαός από κάτω θα αισθάνεται και αδικημένος και προδομένος, μιας και καλείται να επωμισθεί με τη φορολόγησή του μονομερώς τις μίζες, τις προμήθειες, και τα χρέη των διαχρονικών ολίγων και εκλεκτών. Αν δε καθίσουμε να λογαριάσουμε τις επιστροφές φόρων στην κοινωνία εν είδη περίθαλψης και εκπαίδευσης, μάλλον θα τις βρούμε πενιχρές έως αστείες.

Επιπλέον, όπως γράφτηκε προχτές στις ειδήσεις, τα χρήματα που εξοικονομήθηκαν από τις αιματηρές περικοπές των μισθών και των δώρων των δημοσίων υπαλλήλων, φτάνουν και δε φτάνουν για να ξεπληρωθούν οι ΕΠΙΠΛΕΟΝ τόκοι, κι όχι οι τόκοι αυτοί καθ΄ αυτοί, από τα πρόσφατα ληστρικά δάνεια που συνήψε η κυβέρνηση.

Έτσι τόσο η άρνηση απόδοσης ΦΠΑ όσο και η απόκρυψη εισοδήματος θα συνεχίσουν να υφίστανται μιας και αποτελούν έναν κατ’ ουσίαν σιωπηρό τρόπο αντίστασης στον τρόπο λειτουργίας του κράτους.

«Δεν περισσεύει συμπόνoια για τους Έλληνες».

Μαζάουερ: «Δεν περισσεύει συμπόνoια για τους Έλληνες».
Να καταλάβουν τις βαθύτερες αιτίες του ελληνικού προβλήματος και να επιδείξουν βαθιά αλληλεγγύη καλεί τους Ευρωπαίους ο γνωστός βρετανός ιστορικός Μαρκ Μαζάουερ σε ένα συγκλονιστικό όσο και διδακτικό άρθρο του στους Financial Times στα Μέσα Μαρτίου.

Η συμπόνια για τους Έλληνες βρίσκεται σε ανεπάρκεια.
Αλλά οι ευρωπαίοι εταίροι τους πρέπει να δείξουν μεγαλύτερη ανταπόκριση κι αυτό απαιτεί να έρθουν σε επαφή με τις βαθύτερες ρίζες της ελληνικής περιπλοκής. Δεν αναφέρομαι στον ευρύτερα διαδεδομένο ισχυρισμό ότι η Ελλάδα είναι κατά συρροήν ασυνεπής. Η δημοσίευση της έρευνας (του Κένεθ Ρογκόφ από το Χάρβαρντ) πάνω στην οποία βασίστηκε αυτή η ιδέα, υπαινίσσεται ότι το ποιόν της Ελλάδας τα τελευταία 100 χρόνια δεν είναι εντυπωσιακό. (Η μόνη περίπτωση που δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί στον 20ο αιώνα ήταν το 1931-32, μια εποχή όπου δεν ήταν η μόνη που αντιμετώπισε δυσκολίες).

Η μόνη σταθερά στην σύγχρονη ελληνική ιστορία είναι ο ακραίος βαθμός της ξένης επέμβασης στα εσωτερικά της. Ο πρώτος βασιλιάς της Ελλάδας (ένα Βαυαρός) ήταν προϊόν επιβολής, ενώ τα πρώτα της πολιτικά κόμματα πήραν το όνομα τους απλώς από τις τρεις δυνάμεις που είχαν αναμειχθεί περισσότερο στα θέματά της. Η αγριότητα της ναζιστικής κατοχής -με δεκάδες χιλιάδες να πεθαίνουν από λιμό σε ένα μόνο χειμώνα και εκατοντάδες χωριά καμμένα- ήταν η πιο ακραία του πολέμου.

Ακόμη πιο συνηθισμένη, αλλά λιγότερο γνωστή, είναι η έκταση στην οποία πρώτα οι Βρετανοί και μετά οι Αμερικάνοι προσπάθησαν να ελέγξουν τα ελληνικά υπουργεία, τις υπηρεσίες πληροφοριών, τον στρατό και τη βασιλική αυλή μέσω διπλωματών, αποστολών και συμβούλων. Το άγγιγμα αυτού που οι Έλληνες ονομάζουν "ξένος δάκτυλος" έγινε αισθητό μέχρι και τη δικτατορία του 1967. Ένας τρόπος για να κατανοήσουμε την εδραίωση της δημοκρατίας, όπως συνέβη μετά την κατάρρευση του καθεστώτος το 1974, είναι σαν να προσπαθούμε να αποκαταστήσουμε την αυτονομία σε μια χώρα που την έχει γνωρίσει ελάχιστα.

Αυτή η διαδικασία απέδωσε καλύτερα απ' ό,τι θα μπορούσε κανείς να περιμένει. Για περισσότερα από 20 χρόνια, ένα είδος δικομματικού συστήματος είχε λειτουργήσει ομαλά και ο στρατός είχε περιθωριοποιηθεί ως πολιτικός παράγοντας: οι κινδυνολογίες των τελευταίων εβδομάδων για την επιστροφή των τανκς δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με σοβαρότητα.

Η ειρωνεία ωστόσο είναι ότι η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ταυτόχρονα βοηθήσει και δημιουργήσει προβλήματα. Ανέβασε το βιοτικό επίπεδο και ομαλοποίησε την αποκατάσταση της δημοκρατίας. Αλλά η εισροή κεφαλαίων επέτρεψε στους Έλληνες να αγνοήσουν δομικά οικονομικά προβλήματα. Η ξένη βοήθεια δεν ήταν από μόνη πρόβλημα: στα τέλη της δεκαετίας του '40 η Ελλάδα πήρε το μεγαλύτερο κατά κεφαλήν μερίδιο από το Σχέδιο Μάρσαλ από κάθε άλλον στην Ευρώπη, η παραγωγικότητά της εκτοξεύθηκε, η παραγωγή επεκτάθηκε και η ανάπτυξη εκτινάχθηκε. Αλλά στις αρχές της δεκαετίας του '80 το εργατικό κόστος και τα ξένα χρέη άρχισαν να ανεβαίνουν κατακόρυφα. Μεταξύ 1979 και '85-το συνολικό χρέος ανέβηκε από 8 σε 42 τοις εκατό του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος. Το πραγματικό πρόβλημα του χρέους για την Ελλάδα είναι σχετικά πρόσφατο και συνδεδεμένο με την ενσωμάτωση της στην Ευρώπη.

Η εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας μετά το 1974 χρησίμευσε για να υπογραμμίσει την αχίλλειο πτέρνα του ελληνικού κράτους -τη χρόνια στενότητα του δημοσιονομικού δυναμικού της. Από τη μακρινή εποχή της ανεξαρτησίας του 1830, τα δημόσια οικονομικά έχουν βασιστεί στην υψηλή έμμεση φορολογία, σε ασύλληπτα αθέατα κέρδη και προσφυγή σε δανεισμό. Θα μπορούσαμε να κατηγορήσουμε τα βουνά γι' αυτό, ή την εμπειρία της οθωμανικής κυριαρχίας. Αλλά με λίγες αξιέπαινες εξαιρέσεις, οι πολιτικοί εξακολουθούσαν να χρησιμοποιούν τις προσλήψεις στον δημόσιο τομέα σαν δανεικό δίχτυ ευημερίας και μέσο χειραγώγησης. Τα πλουσιοπάροχα ευρωπαϊκά κεφάλαια ενεργοποίησαν έναν διακεκομμένο κύκλο δανείων που έκανε τις ελληνικές κυβερνήσεις να τρέχουν ασθμαίνουσες στην Ευρώπη για έκτακτη βοήθεια, επιβάλλοντας δρακόντεια μέτρα σταθεροποίησης σε αντάλλαγμα και χαλαρώνοντας τα λουριά όταν αυξανόταν η πίεση της εκλογικής αναμέτρησης.

Αυτή τη φορά η κατάσταση γύρισε μπούμερανγκ. Αλλά η πολιτική αμφισβήτηση είναι τεράστια και όσοι διαμαρτύρονται στην Ελλάδα εναντίον των προγραμματισμένων περικοπών έχουν να επικαλεστούν από ιστορική άποψη μια μεγαλειώδη σειρά αναμνήσεων. Για να αναφερθούμε στην πιο λεπτή απ' αυτές, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Θεόδωρος Πάγκαλος αναρωτήθηκε πώς οι Γερμανοί μπορούν να κάνουν ηθικοπλαστικό κήρυγμα στους Έλληνες, ενώ αποφεύγουν την ιστορική ευθύνη να αποζημιώσουν τη χώρα για τις καταστροφές του πολέμου. (Θα μπορούσε εξίσου να αναφέρει ότι η περιορισμένη αποζημίωση που πληρώθηκε πριν 50 χρόνια, ήταν μέρος μιας συμφωνίας με τη Βόννη, μέσω της οποίας διέφυγαν της δικαιοσύνης ναζί εγκληματίες πολέμου που είχαν επικηρυχτεί στην Ελλάδα). Η πικρία είναι πραγματική, ακόμη κι αν το επιχείρημα και η επιλογή της χρονικής στιγμής δεν είναι πειστικά.

Αυτή η κρίση έχει πλήξει άσχημα την εικόνα της Ευρώπης σε αυτή τη χώρα που ήταν παραδοσιακά, ανέκαθεν ταγμένη υπέρ της Ευρώπης. Στην τρέχουσα οικονομική παραζάλη η Ευρώπη έφτασε να εξομοιώνεται όχι με την κοινωνική αγορά, τη δικαιοσύνη, τη δημοκρατία ή την ειρήνη, αλλά με την προάσπιση του ενιαίου νομίσματος και το αυστηρό αποπληθωριστικό καθεστώς που το στηρίζει. Οι Έλληνες δημόσιοι υπάλληλοι μπορεί να πρέπει να συνηθίσουν να πληρώνουν με περικοπές και να έχουν έναν μακρύτερο εργασιακό βίο. Αλλά η κυβέρνηση έχει περισσότερες πιθανότητες να τους κάνει να το δεχτούν, αν η Ευρώπη πάψει να φαίνεται σαν την τελευταία μεγάλη δύναμη που προσπαθεί να ελέγξει τη μοίρα της Ελλάδας. Στο παρελθόν η υπόσχεση της ένταξης στην Ε.Ε. βοήθησε τη δημοκρατία να εμπεδωθεί πρώτη ανάμεσα στο νότιο χείλος της Ευρώπης και μετά στην πρώην κομμουνιστική Ανατολή. Αλλά αν δεν θέλουμε να υποσκάψουμε την πολιτική αυτονομία σ' αυτές τις χώρες με τους πειθαρχικούς κανόνες του ευρώ, θα πρέπει να βρεθεί μια πιο αλληλέγγυα προσέγγιση για την υπεράσπιση της.

*Ο Μάρκ Μαζάουερ είναι βρετανός ιστορικός και δημοσιογράφος, ιδιαίτερα γνωστός στη χώρα μας για την ενασχόληση του με τη σύγχρονη ελληνική ιστορία, αλλά και για τις φιλελληνικές διαθέσεις του. Διδάσκει στο πανεπιστήμιο Columbia της Νέας Υόρκης και αρθρογραφεί στους Financial Times.