Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2011

Η Μεγάλη Ληστεία της Ευρωζώνης

Ντίνος Κουτσολιούτσος Μέρος Δεύτερο: Η Κρίση Η κρίση στην Ευρωζώνη ξεκίνησε στην Ελλάδα, και όχι σε μία άλλη χώρα του ευρώ, λόγω μίας βασικής συγκυρίας. Η χώρα μας, μέσω της συμπεριφοράς της κοινωνίας μας σαν σύνολο, αντιπροσώπευε τον διαμετρικά αντίθετο πόλο, μέσα στην κοινότητα του Ευρώ, από την άλλη μεγάλη «ένοχο» της Ευρωπαϊκής κρίσης, την Γερμανία. Όσο η Γερμανία έσπαγε ρεκόρ εξαγωγικής ανταγωνιστικότητας, μέσα στο ευρώ, συσσωρεύοντας τεράστια κέρδη από τις καταναλωτικές της εξαγωγές στη ευρωζώνη, και όχι μόνο, τόσο η Ελλάδα έσπαγε ρεκόρ δημοσιονομικών ελλειμμάτων και δημοσίου χρέους, ανεβάζοντας το βιοτικό επίπεδο της χώρας με κρατικά δάνεια και αγοράζοντας αφειδώς τα γερμανικά αγαθά, σε επίπεδο που να είμαστε οι μεγαλύτεροι κατά κεφαλήν καταναλωτές ακριβών γερμανικών αυτοκινήτων. Παραδείγματος χάριν, το εμπορικό ισοζύγιο μεταξύ Γερμανίας και Ελλάδας, δείχνει ότι η Ελλάδα εισάγει γερμανικά προϊόντα αξίας 160% παραπάνω από ότι εξάγουμε ελληνικά προϊόντα στην Γερμανία. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο το ότι το δίδυμο Γερμανία-Ελλάδα έχει μονοπωλήσει την ζωή του ευρώ τα δύο τελευταία χρόνια, με την Γερμανία να είναι η δυνατή, πλούσια και ενάρετη χώρα, και η Ελλάδα να είναι η αδύναμη, φτωχιά και αμαρτωλή. Το άρθρο αυτό δεν παραβλέπει τις τεράστιες ευθύνες που έχει η χώρα μας για την καταστροφή της οικονομίας μας. Αυτό το θέμα όμως δεν αποτελεί το αντικείμενο του σημερινού άρθρου. Το αντικείμενο του σημερινού άρθρου είναι η συμπεριφορά της Γερμανίας στην αντιμετώπιση της κρίσης τα τελευταία δύο χρόνια, και οι ενδεχόμενες ενοχές της στην σοβαρή επιδείνωση της κρίσης, εάν όχι στην διάλυση του ευρώ. Στο προηγούμενο άρθρο, προσπάθησα να δείξω με αριθμούς τις τεράστιες ανισότητες εξαγωγικής ανταγωνιστικότητας που λιμνάζουν ανάμεσα στα κράτη της Ευρωζώνης, όπως αυτά μεταφράζονται σε πλεονάσματα η ελλείμματα στους ισολογισμούς πληρωμών των διαφόρων κρατών. Οι αριθμοί δείχνουν ξεκάθαρα ότι η Γερμανία ήταν τα μέγιστα κερδισμένη από τα έντεκα χρόνια του ευρώ, αποκομίζοντας πολλαπλάσια ποσά πλεονάσματος μέσα στην Ευρωζώνη, σε σύγκριση με τα πλεονάσματα που έδειχνε σαν χώρα τα είκοσι χρόνια πριν από το ευρώ. Και εάν το κοιτάξουμε και από άλλη σκοπιά, στα έντεκα χρόνια πριν από το ευρώ, 1987-1998, ανάμεσα στις χώρες που δείχνουν πλεόνασμα πληρωμών αυτή την περίοδο, (Γαλλία, Ιταλία, Ιρλανδία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Βέλγιο και Γερμανία), της Γερμανίας το πλεόνασμα αποτελεί μόλις το 12,3% του συνολικού πλεονάσματος των εφτά αυτών κρατών. Όταν κοιτάξουμε, όμως, τα συνολικά πλεονάσματα των κρατών που είχαν πλεόνασμα τα ένδεκα χρόνια του Ευρώ, (Αυστρία, Φιλανδία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Βέλγιο και Γερμανία), της Γερμανίας το πλεόνασμα αποτελεί το 64% του συνολικού πλεονάσματος αυτών των έξι κρατών. Δηλαδή, η Γερμανία, μέσα στην περίοδο του ευρώ, είχε πενταπλάσιο πλεόνασμά του συνολικού πλεονάσματος των άλλων κρατών που είχαν κέρδος την ίδια περίοδο, και βασικά απορρόφησε τα δύο τρίτα των πόρων που πλούτισαν την Ευρωζώνη από την ίδρυση του Ευρώ! Δηλαδή, από τον συνολικό πλούτο που κέρδισαν οι 11 ιδρυτικές χώρες του Ευρώ και η Ελλάδα, κατά τα ένδεκα χρόνια της Ευρωζώνης, τα 2/3 τα κέρδισε η Γερμανία! Την ίδια περίοδο, η Γερμανία μεταμορφώθηκε στην μεγαλύτερη εξαγωγική χώρα στην υφήλιο, ξεπερνώντας και την Ιαπωνία και τις ΗΠΑ, και συναγωνίζεται πια μόνο την Κίνα για την πρώτη θέση σε παγκόσμιες εξαγωγές. Σημειωτέον ότι η Κίνα έχει το δεκαπλάσιο εργατικό πληθυσμό από την Γερμανία, και το κόστος εργασίας στην Κίνα είναι ελάχιστο εν συγκρίσει με το κόστος εργασίας στην Γερμανία. Αυτή η αντιπαράθεση του εξαγωγικού δυναμικού μεταξύ Κίνας και Γερμανίας, όπου η Κίνα είναι και πολύ μεγαλύτερη και πολύ φθηνότερη από την Γερμανία, φέρνει στο προσκήνιο, με ένα διαφορετικό, αλλά εκκωφαντικό, τρόπο, όχι μόνο την αναγνωρισμένη υψηλή ποιότητα των γερμανικών προϊόντων αλλά, κυρίως, τα τεράστια οφέλη που αποκόμισε και αποκομίζει η Γερμανική εξαγωγική βιομηχανία από την Ευρωζώνη, όπως η Ευρωζώνη είναι ως τώρα σχεδιασμένη σαν μία απλή νομισματική ένωση. Αυτό το σχέδιο του ευρώ, προσφέρει στον γερμανικό κολοσσό, όλα τα εμπορικά προτερήματα, και κανένα από τα πολλαπλά πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά καθήκοντα μίας ολοκληρωμένης ευρωπαϊκής ένωσης. Σαν παράδειγμα, στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, υπάρχουν πολιτείες με μεγάλα οικονομικά προτερήματα, όπως το μέγεθος και η ποιότητα της αγροτικής παραγωγής της Καλιφόρνιας, η το χρηματοπιστωτικό δυναμικό της Νέας Υόρκης. Η μεγάλη διαφορά ανάμεσα Αμερική και Ευρώπη, είναι ότι τα φορολογικά κέρδη από τις διάφορες μεμονωμένες πολιτείες της Αμερικής, μοιράζονται σε σημαντικό βαθμό σε όλο το κράτος από την κεντρική κυβέρνηση. Συγχρόνως, οι βασικές κοινωνικές ασφάλειες των αδυνάμων ανθρώπων και πολιτειών, προστατεύονται από το γεγονός ότι η βασική σύνταξη και τα επιδόματα ανεργίας για όλους τους αμερικανούς είναι κρατικοί και όχι πολιτειακοί θεσμοί, και ότι οι φτωχότερες πολιτείες της Αμερικής, δέχονται μεγαλύτερη χρηματική βοήθεια από το κράτος, σε σχέση με τα ποσά των εισπραγμένων φόρων που στέλνουν στην κρατική κυβέρνηση. Η στάση της Γερμανικής κυβέρνησης, από την αρχή της κρίσης έως και σήμερα, διακρίνεται από μία και μόνο επιλογή. Να μην διαθέσει προς βοήθεια, η δυνατόν, κανένα από αυτούς τους πόρους τους οποίους αποκόμισε δια της συμμετοχής της στην Ευρωζώνη, τα τελευταία έντεκα χρόνια. Στην διαρκή άρνηση της να βοηθήσει χρηματικά τις χώρες που είναι υπερχρεωμένες, και των οποίων η εξαγωγική ανταγωνιστικότητα είναι χαμηλή, έχει προβάλει τρία κύρια επιχειρήματα. 1). Οι νόμοι της Ευρωζώνης, αλλά και, ενδεχομένως, το γερμανικό συνταγματικό δίκαιο, απαγορεύουν την χρηματοπιστωτική συνυπευθυνότητα ανάμεσα στα κράτη του ευρώ. 2). Εάν η Γερμανία βοηθούσε τις χώρες που έχουν χρέος, οι χώρες αυτές δεν θα ήταν πρόθυμες να διορθώσουν τις δημοσιονομικές τους καταστάσεις. 3). Ο γερμανικός λαός είναι σε μεγάλη πλειοψηφία εναντίον μίας παρόμοιας βοήθειας, ειδικά εναντίον της μεγάλης αμαρτωλής Ελλάδας. Μία γρήγορη και απλή αντιπαράθεση αυτής της πολλής κουρασμένης και καθόλου βάσιμης γερμανικής επιχειρηματολογίας παρατίθεται από τον γράφοντα. 1). Η Μέρκελ, πρώτη και καλύτερη, υποστηρίζει την άμεση και ριζική αλλαγή των ευρωπαϊκών συνθηκών, και προτίθεται να προτείνει σημαντικές αλλαγές αυτήν την εβδομάδα. Γιατί να υπάρχει πρόβλημα για την αλλαγή, και κατάργηση της απαγόρευσης της χρηματοπιστωτικής συνυπευθυνότητας ανάμεσα σε κράτη του ευρώ; Και εάν η Ευρώπη μπορεί να αλλάζει το σύνταγμά της με διαταγή της Μέρκελ, γιατί δεν μπορεί να αλλάξει και το γερμανικό σύνταγμα; 2). Η Γερμανία και το ΔΝΤ μπορούν κάλλιστα να βοηθήσουν και να αναγκάσουν τα υπερχρεωμένα κράτη να εξυγιάνουν τα δημοσιονομικά τους, προσφέροντας τους αναπτυξιακή βοήθεια να πάρουν μπροστά οι οικονομίες, και δηλώνοντας ότι η βοήθεια θα σταματήσει μόλις η διαδικασία δημοσιονομικής εξυγίανσης σταματήσει η παραστρατήσει. Είναι ξεκάθαρο ότι τα «παραστρατημένα» κράτη θα ακολουθήσουν τον σωστό δρόμο, με ένα καρότο μπροστά στα μάτια τους, παρά με το μαστίγιο στην πλάτη τους. Αυτά μας διδάσκουν ακόμα και οι γάιδαροι. (Συζητώ πιο κάτω στο άρθρο, γιατί η Γερμανία προτιμάει το μαστίγιο από το καρότο). 3). Ο γερμανικός λαός αντιτίθεται στην βοήθεια για τα κράτη της περιφέρειας, γιατί η γερμανική ηγεσία, βασικά, έχει αποκρύψει από τον γερμανικό λαό, τα πραγματικά οφέλη που έχει αποκομίσει η χώρα τους, και όλοι οι γερμανοί πολίτες, από την συμμετοχή της Γερμανίας στο κοινό νόμισμα. Αυτή η εσκεμμένη και οργανωμένη χειραγώγηση των γερμανών ψηφοφόρων από την ηγεσία της χώρας τους, και δεν εννοώ μόνο την πολιτική ηγεσία, έγινε για μία και μόνο αιτία, όπως συζήτησα πέρσι σε άλλο άρθρο. Οι γερμανοί ψηφοφόροι συμφώνησαν με της ηγεσία της χώρας να κρατήσουν τους βασικούς μισθούς τους χαμηλά, για πάνω από δέκα χρόνια, για να κρατηθεί το κόστος εργασίας ανταγωνιστικό στις εξαγωγές. Πώς να εξηγήσουν οι γερμανικές κυβερνήσεις στον λαό, ότι η χώρα συσσωρεύει αμύθητα πλούτη από το ευρώ, όταν αυτά τα πλούτη δεν τα βλέπει, ούτε κατά διάνυα, ο γερμανός ψηφοφόρος στο βιοτικό του επίπεδο; Και έτσι εξηγούνται όλες αυτές οι δημοσκοπήσεις που δείχνουν τους γερμανούς να μην αισθάνονται επωφελημένοι από το ευρώ. Εάν ήθελαν οι γερμανοί πολιτικοί να βοηθήσουν τα κράτη της περιφέρειας, θα εύρισκαν διάφορους τρόπους να εξηγήσουν την πραγματικότητα στον λαό και να τον πείσουν για την αναγκαιότητα μίας ουσιαστικής βοήθειας. Κεντρική στρατηγική την οποία επέβαλε η Γερμανία, με την βοήθεια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, ήταν, και παραμένει, η αυστηρή λιτότητα και δημοσιονομική πειθαρχία. Αυτή η στρατηγική απεδείχθη καταστροφική στην Ελλάδα, και διότι ήταν η λάθος συνταγή, αλλά και διότι υλοποιήθηκε με καταστροφικές επιλογές και εφαρμογές από την κυβέρνηση Παπανδρέου. Γενική, όμως, είναι η κριτική αυτής της στρατηγικής σε όλα τα κράτη, από πολλούς διεθνείς αναλυτές, διότι παγιδεύουν τα υπερχρεωμένα κράτη σε συνεχώς χειρότερα ποσά και ποσοστά δημόσιου χρέους, αλλά και διότι προκαλούν τάσεις ύφεσης σε όλη την ευρωζώνη, με την γενικότερη συρρίκνωση της κατανάλωσης. Κάτι το οποίον, πλέον, αποτελεί ένα αναμενόμενο γεγονός για το 2012 στην Ευρωζώνη . Το άλλο μέγιστο πρόβλημα αυτής της στρατηγικής που επέβαλε η Γερμανία στην Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία, Ισπανία, Ιταλία, και Γαλλία, είναι ότι η δημοσιονομική αναδιάρθρωση και η αναστήλωση της εμπορικής ανταγωνιστικότητας σε όλα αυτά τα κράτη είναι θέμα πολλών ετών, ενώ οι χρηματοπιστωτικές αγορές απαιτούν χρηματοπιστωτική αξιοπιστία άμεσα, και όχι του χρόνου. Έτσι, η Γερμανία, παίζει ένα κυνικό παιχνίδι ρουλέτας, όπως ελπίζω να δείξω παρακάτω, καθυστερώντας την διευθέτηση της οικονομικής κρίσης για τα δικά της συμφέροντα, ενώ διακινδυνεύει την σωτηρία του ευρώ, από εβδομάδα σε εβδομάδα, κυριολεκτικά, όπως πολλοί διεθνείς αναλυτές προειδοποιούν, όλο και ποιο έντονα. Είναι πλέον μέρος της ιστορίας, το πώς η Γερμανική ηγεσία πήρε όλες της τις αποφάσεις για την αντιμετώπιση της κρίσης, πάντα πολύ αργά, αντιδρώντας στις απαιτήσεις της αγοράς συνεχώς καθυστερημένα, με το αποτέλεσμα, η μικρή κρίση της ελληνικής οικονομίας, να αναπτυχθεί και να ξαπλώσει μέσα στα δύο χρόνια σε μία απεγνωσμένη και ίσως μοιραία γιγαντιαία πάλη της Ευρωζώνης για την ύπαρξή της. Η γερμανική ηγεσία, κρατώντας όλα τα (χρηματικά) ατού στα χέρια της, επικαλείται συνεχώς την ηθική του moral hazard, για να υπερασπίσει την άρνησή της να προσφέρει το μέγεθος της βοήθειας που πραγματικά είναι αναγκαίο για να σωθεί το ευρώ. Η νεοφιλελεύθερη πολιτική ιδεολογία που επικαλείται τον «κίνδυνο ήθους», ("moral hazard), για τους λαούς και τις κυβερνήσεις, οι οποίες ενδέχεται να εκμεταλλευτούν την έλλειψη αυστηρών κυρώσεων εναντίον μίας σπάταλης δημοσιονομικής πολιτικής, δεν εφαρμόζει, εξ ίσου αυστηρά, τον ίδιο κανόνα του "moral hazard", για τις πολυάριθμες και εντελώς καταστροφικές ατασθαλίες του χρηματοπιστωτικού χώρου, δηλαδή των διεθνών τραπεζών. Τα παραδείγματα είναι πολλά, με πρώτη και καλύτερη την τεράστια φούσκα των αμερικανικών στεγαστικών δανείων, με τα συνυφασμένα τοξικά παράγωγα που αφειδώς απορρόφησε το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα, την περασμένη δεκαετία, και η οποία φούσκα ξεκίνησε την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, και τις ανάλογες, αλλά σχετικά μικρότερες, στεγαστικές φούσκες στην Ισλανδία, Ιρλανδία και Ισπανία, οι οποίες συνεχίζουν να βασανίζουν τις χώρες αυτές. Η χρηματοπιστωτική κρίση που έχει εκδηλωθεί στην Ευρωζώνη, τα δύο τελευταία χρόνια, και που τώρα πια απειλεί να την διαλύσει, δεν αποτελεί παρά το τελευταίο κεφάλαιο στο μεγαλύτερο ταμπλό της ασθενούς και επισφαλούς παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής οικονομίας. Αλλά υπάρχει και μία άκρως σκοτεινή πλευρά που εξηγεί την γερμανική κωλυσιεργία αυτά τα δύο χρόνια, και η οποία έχει αρχίσει να συζητιέται από μερικούς αναλυτές, τουλάχιστον σε μερικές λεπτομέρειες, πιο τελευταία και από τους New York Times. Αυτή η σκοτεινή πλευρά συνίσταται στα σημαντικά εμπορικά, χρηματικά αλλά και χρηματοπιστωτικά οφέλη που άρχισε να αποκομίζει η Γερμανία, μόνη ανάμεσα σε όλα τα κράτη της Ευρωζώνης, από το ξέσπασμα της κρίσης της ελληνικής οικονομίας, έως και τώρα, και τα οποία οφέλη έχουν επιφέρει σοβαρά κέρδη στην εξαγωγική της οικονομία, στην οικονομίας της γενικώς, και εξίσου σημαντικά, στην συντήρηση του τεράστιου γερμανικού δημοσίου χρέους. Αυτά τα οφέλη, τα επεσήμανα πέρσι, σε γενικές γραμμές, σε ένα προηγούμενο άρθρο μου, και θα προσπαθήσω να τα περιγράψω εν συντομία. Τα επιτόκια που πληρώνει η Γερμανία για τα δικά της χρέη, άρχισαν να μειώνονται σημαντικά, ήδη από το 2009 λόγο της κρίσης, διότι, όσο οι διεθνείς επενδυτές αποχωρούσαν από τις αγορές ομολόγων των κρατών της περιφερείας, σαν την Ελλάδα, την Πορτογαλία και την Ισπανία, τόσο οι ίδιοι επενδυτές έριχναν όλο και πιο πολύ τα αποσυρμένα κεφάλαια τους στα γερμανικά ομόλογα, τα οποία, ως την τελευταία εβδομάδα, εθεωρούντο πλέον του ασφαλούς. Έτσι τα επιτόκια των δεκαετών ομολόγων της Γερμανίας, έπεσαν από το 4%, που ήταν το 2008, στα κάτω από το μισό, και έφτασαν έως και τα 1,7%, και βασικά παραμένουν χαμηλά αυτά τα δύο χρόνια, κάτω από το ύψος του τιμάριθμου της Ευρώπης. Δηλαδή, η Γερμανία μπορούσε και μπορεί να εξυπηρετεί το δημόσιο χρέος της σχεδόν άτοκα. Οι New York Times παραθέτουν τους υπολογισμούς του βελγικού ινστιτούτου οικονομικών ερευνών, Re-Define, που υποστηρίζουν ότι μόνο τα δύο τελευταία χρόνια η Γερμανία γλύτωσε 20 δις ευρώ σε χαμηλότερα επιτόκια του δημοσίου χρέους της, και ότι έχει άλλα τόσα κλειδωμένα για τα επόμενα χρόνια, από δάνεια που έχει ήδη συμφωνήσει. Πριν μερικές μέρες, η χρηματοπιστωτική κρίση χτύπησε επιτέλους την πόρτα της Γερμανίας, όταν η χώρα δεν μπόρεσε να δανειστεί όλο το ποσό που ζητούσε στο χαμηλό επιτόκιο που ήθελε (1,9%), και τα δεκαετή επιτόκιά της ξανανέβηκαν πάνω από 2%. Το ρεφρέν της Μέρκελ όλον αυτόν τον καιρό, ήταν και παραμένει ότι η λύση της Ευρωζώνης θέλει πάρα πολύ καιρό, δηλαδή πάρα πολλά χρόνια, για να λυθεί. Παρεμπιπτόντως, η Γερμανία θα χρειαστεί να δανειστεί περίπου 500 δις ευρώ, τα επόμενα τρία χρόνια, για να εξυπηρετήσει το τεράστιο χρέος της. Εάν καταφέρει η Γερμανία να κωλυσιεργήσει με την λύση της ευρωπαϊκής κρίσης ακόμα μερικά χρόνια, (και εάν το ευρώ δεν καταρρεύσει πρωτύτερα), η παράταση της κρίσης θα βοηθήσει την Γερμανία να πάρει τα νέα δάνεια βασικά με μηδέν τόκο. Ένεκα τούτου, η πολιτική της Μέρκελ συνδυάζει το τερπνόν μετά του ωφελίμου, θα μπορεί να πει κανείς. Απαιτώντας την εξαναγκαστική δημοσιονομική εξυγίανση των κρατών της περιφερείας, πριν συναινέσει σε μία λυτρωτική χρηματοπιστωτική συμπαράσταση, είτε δια κοινών ευρωομολόγων, είτε δια της απελευθέρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η Γερμανία επιτυχαίνει τρείς σκοπούς ταυτόχρονα. Ο πρώτος σκοπός, και ο μόνος θετικός στόχος για την Ευρωζώνη, είναι να επιβάλει μία αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία, σε πολλά κράτη, τα οποία, ομολογουμένως, την έχουνε ανάγκη. Ο δεύτερος στόχος είναι να σπρώξει τα κράτη της περιφέρειας σε αυστηρή οικονομική λιτότητα, κατεβάζοντας τους μισθούς και ανεβάζοντας τους φόρους, για τον υποτιθέμενο λόγο της μείωσης του ελλείμματος και του χρέους. Στην πραγματικότητα, όπως τα παραδείγματα της Ελλάδας και της Πορτογαλίας πιστοποιούν, αυτή η πολιτική, οδηγεί ανεπίτρεπτα σε ένα θανάσιμο κύκλο ύφεσης και επιδείνωσης και του ελλείμματος και του δημόσιου χρέους. Γεωπολιτικά, όμως, αυτή η οικονομική επιδείνωση των κρατών της περιφέρειας προκαλεί μία πολιτική αποδυνάμωση των ιδίων κρατών, μέσα στον χώρο της Ευρωζώνης, και επιτρέπει στην Γερμανία να μεγαλώσει ακόμα περισσότερο την επιρροή της και την δύναμή της γύρω από τις πολιτικές αποφάσεις του Ευρώ. Όσοι δεν πιστεύουν σε αυτό το γεωπολιτικό ενδεχόμενο, δεν έχουν παρά να συγκρίνουν την ισχύ της Γερμανίας την περασμένη δεκαετία, όταν η Ευρώπη σχεδίαζε, ακόμα, το ευρώ, με την ισχύ της Μέρκελ την σήμερον ημέρα, όταν όλη η Ευρωζώνη, αλλά και όλη η υφήλιος, κρέμεται από τα χείλη της και περιμένει να δει τι θα αποφασίσει η καγκελάρια για την τύχη του ευρώ. Αυτή η εμφανώς τεράστια διαφορά σε γεωπολιτική ισχύ του γερμανικού κολοσσού, από την δεκαετία του 90 μέχρι το 2011, είναι ένα άμεσο αποτέλεσμα της συσσώρευσης των καταναλωτικών χρημάτων στην Γερμανία από την ίδρυση του ευρώ έως τώρα, όπως περιέγραψα στον προηγούμενό μου άρθρο, και επανέλαβα στην αρχή του παρόντος. Ο τρίτος στόχος της Μέρκελ για αυτήν την, κατά την γνώμη του γράφοντος, καθαρά εσκεμμένη καθυστέρηση στην επίλυση της ευρωπαϊκής λύσης, είναι ο προαναφερθείς, ότι δηλαδή, κάθε παράταση της κρίσης επιτρέπει στην Γερμανία να ανανεώνει το τεράστιο χρέος της με μηδέν επιτόκιο, που την βοηθάει, φυσικά, στην συντήρηση και στην ελάττωση του δικούς της τεράστιου δημόσιου χρέους, το οποίο είναι γύρω στα 83% του ΑΕΠ της, και το οποίο είναι κατά πολύ μεγαλύτερο από αυτό της Ισπανίας, π.χ., η οποία αγωνίζεται να δανειστεί τελευταία, ακόμα και με 6% επιτόκιο. Το επιπλέον αποτέλεσμα αυτής της άνισης χρηματοπιστωτικής αξιοπιστίας, μεταξύ της Γερμανίας, από την μία μεριά, και της λοιπής Ευρωζώνης, από την άλλη μεριά, είναι ότι για κάθε μήνα της κρίσης που περνάει, το χρηματοπιστωτικό χάσμα μεταξύ αυτών των δύο παρατάξεων, συνεχώς αυξάνεται, καθώς η Γερμανία συνεχίζει να δανείζεται με καθαρό κέρδος για το χρέος της, και η υπόλοιπη ευρωζώνη συνεχώς χάνει, και μάλιστα με μεγάλα ποσά, όπως αποδεικνύουν τα επιτόκια των 7% και 8% με τα οποία αναγκάστηκαν να δανειστούν η Ισπανία και η Ιταλία, τις περασμένες εβδομάδες. Έτσι, η Γερμανία συνεχώς πλουτίζει και δυναμώνει γεωπολιτικά, και τα άλλα κράτη, σχετικά με την Γερμανία, συνεχώς φτωχαίνουν, και αποδυναμώνουν γεωπολιτικά. Αυτή είναι η πραγματικότητα της αλληλεγγύης στην Ευρωζώνη, αλλά γερμανικά!! Πέρα όμως του χρηματοπιστωτικού χώρου, στην Ευρωζώνη, όπου όπως βλέπουμε η Γερμανία βγήκε η μεγάλη κερδισμένη, ενώ η πλειοψηφία των υπολοίπων κρατών βγήκε χαμένη, έχουμε και την πραγματική οικονομία στην Ευρωζώνη, όπου η ίδια ανισότητα δεσπόζει μεταξύ Γερμανίας και των άλλων κρατών. Η παρατεινόμενη ευρωπαϊκή κρίση κρατάει την τιμή του ευρώ χαμηλή, σε σύγκριση με την τιμή του πριν από την κρίση, και ιδιαίτερα όταν το παραβάλει κανείς με το δολάριο, το οποίο υποτιμάται από την Αμερική, σταθερά, με τύπωμα νέου χρήματος από την Αμερικανική Κεντρική Τράπεζα, για να υποστηρίξει την αμερικανική οικονομία. Η Γερμανία, επειδή είναι η μεγαλύτερη εξαγωγική οικονομία της Ευρωζώνης, έχει ωφεληθεί σημαντικά, και έχει μπορέσει να ξεπεράσει την οικονομική κρίση του 2008, πάνω από ένα χρόνο τώρα, διότι οι εξαγωγές πήραν, από την αρχή της κρίσης, την πάνω βόλτα. Σαν αποτέλεσμα, βλέπουμε μία οικονομία στην Ευρωζώνη, όπου τα πιο πολλά κράτη βλεφαρίζουν την ύφεση το επόμενο έτος, και όπου η υψηλή ανεργία σπάει ρεκόρ 13 ετών, δηλαδή πριν από το ξεκίνημα του ευρώ. Αντιθέτως, η Γερμανία έχει πολλή χαμηλή ανεργία, η οποία επίσης σπάει ρεκόρ, θετικό όμως, είκοσι χρόνων. Οι οικονομίες της Γερμανίας, δηλαδή, από την μια μεριά, και οι οικονομίες της υπόλοιπης ευρωζώνης, από την άλλη, αντικαθρεφτίζουν στην ιστορική τους ανισότητα, την, ιστορικά τεράστια, μεταφορά καταναλωτικών χρημάτων, από τα πιο πολλά κράτη του Ευρώ, στην Γερμανία, που πραγματοποιήθηκε τα τελευταία έντεκα χρόνια. Και είναι η γνώμη του γράφοντα, ότι όσο συνεχίζεται να υλοποιείται αυτή η καταστροφική πολιτική δημοσιονομικής λιτότητας στα υπερχρεωμένα κράτη, αυτή η τεράστια ανισότητα στις οικονομίες του ευρώ θα συνεχίζει να επιδεινώνεται. Ελπίζω να μπόρεσα να περιγράψω και να εξηγήσω την ποιότητα και την ποσότητα της «αλληλεγγύης» που υλοποιείται αυτά τα δύο χρόνια της κρίσης, μέσα στον χώρο του ευρώ, από τους δυνατούς στους αδύναμους. Στο επόμενο, (και ελπίζω τελευταίο), τρίτο μέρος, του άρθρου μου, «Η Μεγάλη Ληστεία της Ευρωζώνης», προτίθεμαι να προσφέρω μερικές ιδέες για το τι πρέπει να αλλάξει για να σωθεί η Ευρωζώνη, ολόκληρη και ακέρια. Μέρος Τρίτο: «Η Λύση». Διότι, κατά την ταπεινή μου γνώμη, η Ελλάδα δεν πρέπει, παρόλα αυτά, να αφήσει το ευρώ, εφόσον εγχώριες λύσεις για την ελληνική πολιτική δεν φαίνεται να υπάρχουν. Επίσης, το ευρώ και η ενωμένη Ευρώπη πρέπει να επικρατήσουν, αλλά όχι κάτω από το μαστίγιο της Γερμανίας. Τα υπόλοιπα κράτη πρέπει να ενωθούν μεταξύ τους και να εναντιωθούν αποτελεσματικά στο όραμα που υλοποιεί για την Ευρώπη η Γερμανία. Η στιγμή για μία ενδοευρωπαϊκή και αντιγερμανική επανάσταση έχει φτάσει, αφού ακόμα και η Ευρωπαϊκή ηγεσία, ο Μπαρόζο, ο Γιούνκερ και ο Ρεν, έχουν, από ότι φαίνεται, και αυτοί αγανακτήσει με τις πολιτικές της Μέρκελ... (Όσο για τον Σαρκοζί, θα αναφερθώ σε προσεχές άρθρο...).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου